ΠΑΣΧΑ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟΣ ΣΕ ΑΛΛΕΣ ΕΠΟΧΕΣ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΕΤΟΥΣΗ, ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΔΡΟΣ ΚΡΙΣΤΗ ΧΑΡΑΚΗ
«Πάσχα στην Κύπρο σ’ άλλες εποχές»
του Γιώργου Πετούση
Χαιρετισμός Κρίστη Χαράκη
Προέδρου της Εταιρείας Λογοτεχνών Λεμεσού: Βασίλης Μιχαηλίδης
Αίθουσα Εκδηλώσεων Ιεράς Μητροπόλεως Λεμεσού
19 Απριλίου, 2016
Με ιδιαίτερη εκτίμηση μεταφέρω τον χαιρετισμό της Εταιρείας Λογοτεχνών Λεμεσού, «Βασίλης Μιχαηλίδης», προς τον φίλο συγγραφέα Γιώργο Πετούση, και πρώτο Πρόεδρο της Εταιρείας μας, για το λογοτεχνικό, αφηγηματικό και λαογραφικό έργο του, «Πάσχα στην Κύπρο σ’ άλλες εποχές».
Ο συμπολίτης μας, ποιητής και πεζογράφος, υποδέχεται τις γιορτές της Μεγάλης Εβδομάδας των Παθών και του φετινού Πάσχα του 2016, αγγίζοντας τη ψυχή μας, με ένα ακόμη διάνθισμα λόγου, σε μορφή λυρικής πρόζας. Είναι ένα καλοδουλεμένο βιβλίο των εκατόν είκοσι επτά σελίδων, χωρισμένο σε δεκατρία μικρά κεφάλαια, που διαθέτει, και την διαύγεια, και την ευλυγισία, και τη διόραση, για να μας μεταφέρει σε πασχαλινές θύμησες, και σε αναδράσεις, και διαδράσεις του «Τώρα» με την πρώιμή μας και περιπετειώδη εφηβεία· είναι ένα βιβλίο όντως γραμμένο κυρίως για νέους!
Το περιεχόμενο του βιβλίου του, είναι γεμάτο λογοτεχνικών εσωτερικών δονήσεων, με κυρίαρχο το “folklore” στοιχείο· όμως, αυτό, και πάλι, δε σημαίνει μόνο άντληση γνώσης από τις παραδόσεις μας, γιατί ο γραπτός λόγος του Πετούση είναι εμφανώς εμπλουτισμένος με φιλολογική, και στοχαστική θρησκευτική αφαίρεση, που, φύσει, κρίνεται από την εξανθρωπισμένη βαθειά ενσυναίσθηση του ανδρός.
Διαβάζοντας το «Πάσχα», του Πετούση, θα βρεθούμε συνταξιδιώτες μαζί του, μεγάλοι και μικροί, στην ίδια «μηχανή του χρόνου», όπου ο αναγνώστης συμπλέει στις παραδόσεις της νεότητάς του, με την ίδια ηλικία της νεότητας των παιδιών του. Ο συγγραφέας μάς θέλει να «κολυμπήσουμε» μαζί του, για να θυμηθούμε τις «θάλασσες» της απεραντοσύνης των τρικυμισμένων συγκινήσεων της νεότητάς μας, που είναι στην ίδια «κολυμβήθρα» και σε συμφωνία με τις συγκινησιακές θύμησες των παραδόσεών μας.
Ο αναγνώστης, μικρός ή μεγάλος, αναγνωρίζει κάτι από τον παιδικό εαυτό του, και, ξεκάθαρα, διαπιστώνει και ρόλο μέσα στον θορυβώδη αυλόγυρο των εκκλησιών μας, που επικεντρώνεται η περιήγηση του συγγραφέα. Εγώ, για παράδειγμα, ανακάλυψα ότι ποτέ από μέσα μου δεν έχουν διαγραφεί οι περιπετειώδεις δραστηριότητες της «ανταγωνιστικής συμφωνίας» μας, με τις «λαμπρατζιές», και το «κάψιμο του Ιούδα». Αυτό, όμως, είναι ένα μέρος της δικής μου πλοκής, και σε ένα χαιρετισμό, περιορίζομαι μόνο σ’ αυτή την προσωπική μου θύμηση.
Το βιβλίο του Γιώργου Πετούση, «Πάσχα στην Κύπρο σ’ άλλες εποχές», πέρα από τη λογοτεχνική του αξία, αποτελεί ένα ακόμη συμπληρωματικό έργο λαογραφικής αλήθειας, που εστιάζεται στις «περί ηθών και εθίμων» ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδας των Παθών και του Πάσχα των Κυπρίων. Είναι πρωτότυπα γραμμένο και διαθέτει τη ζωντάνια, με τις προσωπικές εικόνες, που έντεχνα περιγράφει ο συγγραφέας, οι οποίες και στοιχειοθετούν, με ευκρίνεια, και με ποιητικό στοχασμό, μια μορφή διαλεκτικής έκφρασης της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Ιδιαίτερα, όμως, χαιρετίζω, αγαπητέ φίλε Γιώργο, τον συγκινησιακό τρόπο που εισάγεις τον αναγνώστη στο βιβλίο σου.
Ο συγγραφέας, φίλες και φίλοι, αρχίζει, αντί άλλου εισαγωγικού προλεγόμενου, με μια συγκινησιακή αφαίρεση στίχων· αφαίρεση, που αναζωογονεί το παρελθόν να τραπεί σε μέλλον και ν’ αγγίξει τον ορίζοντα του παρόντος. Ανοίγει, έτσι, με νεανική ψυχή, την πόρτα των αναδράσεων από το παρελθόν, για να τιμήσει με διαδράσεις θρησκευτικής ευλάβειας τον γονιό του γονιού του, όπως ταιριάζει σε ένα «ευλαβή νέο»!
Γιατί, ό,τι διαβάζω είναι αισθήματα «νεανικής ευλάβειας», ενός παιδιού, που μεταφέρει τα «εις εαυτόν» σε θύμησες, και δικές του, και δικές μας, μέσα στο εξαίρετο ποίημά του, το «Κι εσύ γιαγιά Ευνίκη», που στις δικές μου θύμησες, το αποδίδω με μια «δεκαεπτασύλλαβη» ανάσα,
Στο Λιθόστρωτο
Εις τα στενά της Λάνιας (θα μπορούσε νά ΄τανε Βάσας, που
είναι το χωριό της δικής μου γιαγιάς)
Ψάχνει για μορφές
Όπου,
Εξαϋλωμένη μορφή
Σηκώνει το μάνταλο
να μπει
Όπου,
Εκεί η γιαγιά
Tον Καλωσορίζει
Μπαίνει στο «σσώσπιτο»
Όπου,
Ξανακούει και τον
Θόρυβο της ποδίνας
Στις πλάκες
Όπου,
Με νωπό δάκρυ,
Η ανάμνηση,
Ξεμακραίνει τον παππού…
Η υπαρκτή αυτή νεότητα στον εσωτερικό κόσμο της ποιητικής, εξηγείται από την «αει-ρρέουσα εσωτερική παιδικότητα», που ωθεί τον ποιητή, ακόμη και στο «γήρας», να διαλογίζεται αναπαραγωγή της ζωής, καλαισθητικά ντυμένη με την παιδική μας αρετή.
Η συνείδησή μας, παραμένει ο έμφυτος φρουρός της αρετής! Και όσο κι αν το βασίλειο της κλεψύδρας παρεμβαίνει στη ζωή μας, η συνείδηση, αγνοεί το γήρας, γιατί είναι το «ζωντανό παιδί» αειφορίας του εσωτερικού μας κόσμου, η δύναμη, που αποτρέπει την «κακία» και αναπαράγει το Δημιουργούν του εσωτερικού πολιτισμού μας!
Στο βιβλίο του Πετούση, βιώνουμε αυτή την αμφιλύκη της αιώνιας αναγεννημένης ανατολής του εσωτερικού κόσμου. Καλωσορίζω το νέο αυτό βιβλίο, του φίλου Γιώργου, με ενσυναίσθηση υποκλινόμενος στο συγκινησιακό αφιέρωμα και τη φωτογραφία, που και τα δυο αποτελούν τη στοχαστική προσευχή του συγγραφέα·
«Κύριε Ιησού Χριστέ …,
Ανάπαυσε εν σκηναίς δικαίων τους δούλους σου,
Που με ευλάβεια τους αφιερώνω το βιβλίο τούτο»·
– Το καθόλα «υπαρκτό παιδί» του εσωτερικού του κόσμου, τού υπαγορεύει να γράψει και τη λεζάντα, κάτω από την φωτογραφία, που σαν στίχος ζεστασιάς, εκφράζει μια όντως συγκινησιακή αλήθεια, γιατί επιβεβαιώνει και πάλι την υπαρκτή εσωτερική νεότητα της ποιητικής· γράφει με ευλάβεια ο Γιώργος Πετούσης:
«Η γιαγιά Ευνίκη και ο παππούς Γεώργιος»!
Οι δυο χαρακτηριστικές εικόνες της φωτογραφίας (παππού, γιαγιάς) απεικονίζουν τις εκ προοιμίου ρίζες μιας υπέροχης αγροτικής ιστορικής αλήθειας, μιας αλήθειας, που δεν περιορίζεται στον ποιητή, ούτε στο ποίημα, γιατί, και οι άνθρωποι, και το λιθόχτιστο φτωχικό, και το μάνταλο, στην χωριάτικη πόρτα, εξιστορούν τον τόπο μας.
– Είναι μήπως το τέλος μιας θύμησης;
Όμως, πάλι, μάς επιστρέφει στην αρχή, από το Τώρα, και το βιβλίο μας στέλνει στη δεκαετία του 1910, του 20, του 30, του 1950. Χρειαζόταν αυτή η παρένθεση, για να κατανοήσουμε και το ταξίδι του συγγραφέα, με τις συγκινησιακές εικόνες από τα ήθη και τις παραδόσεις μας. Σε αυτό το ταξίδι, η Φτώχεια, που εκφράζει αγαπημένα πρόσωπα, την γιαγιά και τον παππού, μετασχηματίζεται σε γενεσιουργό Πλούτο «ποιητικών ευαισθησιών», γίνεται η Ανάμνηση, που μας κάνει κάθε φορά πλουσιότερους σε αισθήματα (= εσωτερικός πολιτισμός)! Ο Πετούσης, μάς αφήνει διάφανα να μεθέξουμε αυτή του τη σχέση, που είναι και συναισθηματικός πλούτος, γιατί ακολουθεί τα ανθρώπινα, και μυσταγωγικός πλούτος, γιατί ακολουθεί με ευλάβεια τα Θεία της Σταυρικής Θυσίας, τον Ενταφιασμό και τη νίκη της Ανάστασης.
Καλωσορίζω τη νέα σου έκδοση, που δημιούργησες με τόση αγάπη, φίλε Γιώργο. Η ζεστασιά μιας όντως δικής σου συγκινησιακής αλήθειας, άνοιξε και την πόρτα στο «παιδί» και του δικού μας εσωτερικού κόσμου. Το πρόσωπο του παππού και της γιαγιάς, μάς οδήγησε ενεργητικά να γνωρίσουμε την υπαρκτή συναίσθηση της εσωτερικής σου νεότητας, αλλά και να ανατρέξουμε με ένα στιγμιαίο οδοιπορικό ανάμνησης, μέσα από τη δική μας νεότητα. Με το βιβλίο σου ταξιδεύουμε, «παρελαύνοντας» με χειράμαξες, στις εκκλησιές της Λεμεσού, που είναι, σαν χτες, όλες τους ντυμένες, και σε πένθιμη της Εβδομάδας των παθών, ενδυμασία, και σε γιόρτασμα του Καλού Λόγου, του Πάσχα και της Ελπίδας. Καταφέρνεις, έτσι, να βιώνει ξανά ο αναγνώστης τον θορυβώδη αυλόγυρο των εκκλησιών μας, με τις περιπετειώδεις δραστηριότητες της παιδικής και της πρώτης εφηβείας, την προετοιμασία της «λαμπρατζιάς», τη συσσώρευση των στοιβών από «κούζαλους» και το «κάψιμο του Ιούδα». Την ίδια στιγμή, όμως, και πάλι, παρακολουθεί με ευλάβεια η γραφή σου τα Άγια Πάθη, και στη Λάνια, και στη Λεμεσό, και στο βουνό Ζάλακα, στον Βαλανά, κατάφυτο – όπως λες από αυτόφυτες βαλανιδιές – με υπαίθρια εκκλησιά του απέραντου ουράνιου θόλου, αλλά και στη Βάσα, και στο Όμοδος, και στη Σανίδα, και στην Παναγιά, και στο Πολέμι, όπου οι θύμισές μας, μας μεταφέρουν να ταξιδέψουμε στις ρίζες και τις παραδόσεις μας.
Κρίστης Χαράκης
Leave a Reply