«ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ – ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ» ΤΟΥ ΔΡΟΣ ΛΕΥΤΕΡΗ ΠΑΠΑΛΕΟΝΤΙΟΥ
ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ «ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ – ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ»
(Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, 26 Ιουνίου, 2013)
του Κρίστη Χαράκη
Ο πλούτος της γλώσσας είναι ένα τεράστιο σε μέγεθος ιεραρχικό σύστημα που διαμορφώνει και εξελίσσει τις ανθρώπινες κοινωνίες από τα πανάρχαια χρόνια στις μέρες μας.
Η «ποιητική» (με την έννοια που αποδίδεται στο δράμα, τη δραματική θεατρική τέχνη), η μουσική, ο χορός, η ποίηση και το ύψος του ρητορικού λόγου, αποτελούν εργαλεία που μετατοπίζουν τον άνθρωπο από την «ισορροπία» της άγνοιας στη «μακριά από την ισορροπία» γνώση, και από την «εγγύς ισορροπία» της απάθειας, στα μεταεπίπεδα της δημιουργικής ενέργειας και της αέναης φιλοσοφικής αυτοποίησης. Στα αυτοποιητικά γλωσσικά, μουσικά, παραστατικά και εικαστικά δημιουργήματα δεν υπάρχει κοινωνική και πολιτική ουδετερότητα, ούτε και χώρος για «αυθεντικές» γαλαζοαίματες ντιρεκτίβες• αυτά, αποτελούν προϊόν των πολιτισμικών επικοινωνιακών συστημάτων της ελεύθερης κριτικής σκέψης, αλλά και εργαλεία διαμόρφωσης, εξέλιξης και μετεξέλιξης της παγκοσμιοποίησης του πολιτισμού. Η σφαίρα επιρροής της αμφίδρομης σχέσης, μεταξύ κοινωνιών και δημιουργημάτων, αποτελεί την ικμάδα στις ολιστικές διαδράσεις και αναδράσεις του πολιτισμικού μας συστήματος.
Κύριε Δήμαρχε, φίλοι συμπολίτες, η Εταιρεία Λογοτεχνών Λεμεσού: «Βασίλης Μιχαηλίδης» χαιρετίζει την εκδήλωση παρουσίασης ενός ακόμη σημαντικού έργου, που αναφέρεται στην ποίηση του μεγάλου μας Βασίλη Μιχαηλίδη, το οποίο, με σεβασμό και ετοιμότητα κριτικού πνεύματος, επιμελήθηκε ο Δρ Λευτέρης Παπαλεοντίου.
Ο κύριος Παπαλεοντίου είναι γνωστός ερευνητής των ελληνικών γραμμάτων. Δημοσίευσε δεκάδες μελέτες, άρθρα και κριτικές σε βιβλία και επιστημονικά περιοδικά. Ιδιαίτερα, όμως, με το μνημειώδες, βραβευμένο από την Ακαδημία Αθηνών έργο, που έγγραψε μαζί με τον επίσης εξέχοντα ερευνητή-καθηγητή Γιώργο Κεχαγιόγλου, «Ιστορία της Νεότερης Κυπριακής Λογοτεχνίας», οδηγεί το πνευματικό προϊόν του τόπου μας προς ένα δρόμο πολυδιάστατων «προκλήσεων» προσδοκίας, πέρα από τα όρια της Κύπρου, στην Ελλάδα αλλά και σε πλείονες σχολές της Ευρώπης και της Αμερικής, που φιλοξενούνται έδρες μελετών της σύγχρονης ελληνικής δημιουργίας.
Με ελεύθερη κριτική δημιουργική σκέψη, εμποιεί ένα διαρκές έργο ανίχνευσης και μελέτης της τέχνης και του πλούτου του ιδιωματικού μας λόγου και της κυπριακής λογοτεχνίας, ως υπόθεση πολιτισμού του τόπου μας• και, η ιστορικοσυγκριτική δουλειά του, αναφορικά με την κυπριακή λογοτεχνία, αποτελεί, βηματισμό πολιτισμού στην ευρύτερή της Μορφή, γιατί «προκαλεί» την εντρύφηση ενός αναγνώστη στο αισθητικό, γλωσσικό και ιδιωματικό έργο του τόπου μας.
Έχω καταλήξει ότι, ήρθε ο καιρός για τη μελέτη της ενσώματης νόησης του κυπριακού ιδιώματος στο πλαίσιο ερευνητικών και ακαδημαϊκών κοινωνιογλωσσικών προϋποθέσεων. Οι πολύπλευρες συγκλίσεις ακολουθιών, που οδηγούν το κυπριακό ιδίωμα στις ιστορικο-συγκριτικές ρίζες της γλώσσας μας, επιτυγχάνονται όταν η είσοδος μιας γλωσσικής Μορφής σε μια άλλη Μορφή γίνεται εφικτή από ένα πλήθος αναδράσεων κυπριακής δημιουργίας. Φιλολογικές εκδόσεις, όπως το βιβλίο: «Βασίλης Μιχαηλίδης – Επιλεγμένα Ποιήματα», προσφέρονται για ποικίλες ερευνητικές συγκρίσεις κριτικού θεωρητικού λόγου, γιατί «επανεισάγουν» συνδέσεις και επικοινωνίες του κυπριακού ιδιώματος (εσωτερικό σύστημα) με τις ρίζες του γλωσσικού περιβάλλοντος του, της ελληνικής γλώσσας (εξωτερικό σύστημα).
Η αριστοτελική αφηρημένη θεώρηση το ον η ον, «Σκεπτέον δε του όντος αυτού τα αίτια και τας αρχάς ή ον» [Αριστοτέλης, Μετά τα φυσικά, 1028 α 2], συγκροτεί μια λειτουργική συνάρτηση της σχέσης της διάκρισης μιας οντότητας (το κυπριακό ιδίωμα) με τον λειτουργικό εαυτό της, δηλαδή της διάκρισης από τις πανάρχαιες ρίζες της ελληνικής γλώσσας, αλλά και με το εξελισσόμενο περιβάλλον, δηλαδή της συγκριτικής σχέσης του κυπριακού ιδιώματος με το νεοελληνικό γλωσσικό σύστημα. Με το αριστοτελικό αυτό απόφθεγμα θεμελιώνεται μια φιλοσοφική κοινωνιογλωσσική προσέγγιση, που δυνητικά εξετάζει τον πραγματισμό του κυπριακού ιδιώματος στη γενικότητά του, όπου η διερεύνηση εμπίπτει στην πρόκληση να ανιχνευθεί «τι είναι εκείνο – πέραν μιας γλωσσοανάλυσης – το οποίο ενυπάρχον στην επικοινωνιακή αυτή έκφραση, παρέχει δημιουργική πραγματικότητα στην κυπριακή κοινωνία»;
Μια αυτοποιητική ανθολόγηση της κυπριακής ιδιωματικής ποίησης, αν και αποτελεί προϊόν μιας διάκρισης στην ίδια την διάκριση, δεν υπαγορεύεται από κάποιο αμετάβλητο υπόδειγμα, γιατί το Δημιουργούν δεν έχει όριο που το σταματά• αυτό διαπιστώνει η ιστορικο-συγκριτική σκέψη από τα «πολύμορφα» έργα των Βασίλη Μιχαηλίδη, Λιπέρτη, Μόντη κ.α., όπου ο κάθε ποιητής προσωποποιεί με αυτοποίηση (αυτό + ποιείν) τον λόγο, αντλώντας δημιουργικό «χυμό» από τις ίδιες ρίζες μας. Οδηγούμεθα, έτσι, στην προσδοκία ότι με ακαδημαϊκές και ερευνητικές προϋποθέσεις το κυπριακό ιδίωμα αποκτά τον ιδιαίτερο σεβασμό που του αρμόζει ως πολιτισμικό σύστημα. Ως ιδίωμα διαθέτει μια δική του χειραφετητική ζωντάνια αυτοπαραγωγής, όπως ακριβώς ένα αυτοαναφερόμενο πολιτισμικό σύστημα μέσα στο ευρύτερο περιβάλλον του κοινωνιογλωσσικού πολιτισμού, αρχαίου και νέου.
Η χρήση του όρου «αυτοαναφερόμενο σύστημα», μπορεί να εντοπιστεί στη στωϊκή διδασκαλία, αλλά, ως σύγχρονη ιδέα, σκιαγραφείται, στις θεωρίες των κοινωνικών συστημάτων του Niklas Luhmann, όπου, στη βάση της λουμανικής σκέψης ένα αυτοαναφερόμενο σύστημα αποσκοπεί στην εκ προοιμίου κατάργηση όλων των εξωσυστημικών «μεταφέροντάς» τα στο εσωτερικό του συστήματος. Ας μας επιτραπεί, στο στάδιο αυτό, ένα ερώτημα για περεταίρω προβληματισμό των ερευνητών του κυπριακού ιδιώματος: «Μήπως το κυπριακό ιδίωμα, με τις αυτοαναφορές του, παραπέμπει στην έννοια ενός «κλειστού» ή ενός «ανοικτού» συστήματος;
Θα απαντούσα: «τίποτα από αυτά», γιατί το κυπριακό ιδίωμα είναι ως σύστημα «κλειστό», με την έννοια ότι δεν υπόκειται σε άμεση ρύθμιση από το περιβάλλον, αλλά εσωτερικεύει εκείνες μόνο τις γλωσσικές όψεις του περιβάλλοντός του, που του επιτρέπουν την αυτοποίηση και την ιδιωματική διατήρηση του χαρακτήρα του, ως διαφορά συστήματος με το περιβάλλον. Ο στοχασμός αυτός θεμελιώνεται στη σχέση συστήματος-περιβάλλοντος, όπου το περιβάλλον της ελληνικής γλώσσας (αρχαίας, καθαρεύουσας και νέας) αποτελεί όρο ύπαρξης του κυπριακού ιδιώματος. Έτσι, ως αυτοαναφερόμενο ιδίωμα (= σύστημα), διατηρεί πάντα τη διαφορά του με το περιβάλλον• και, με δημιουργική αυτοποίηση, αυτοπαράγεται η δυναμική της διαφοράς του ιδιώματος στο περιβάλλον, αλλά και συν-εξελίσσεται με αναδράσεις από και προς το κοινωνιο-γλωσσικό περιβάλλον, συμπλέοντας με τις αναδράσεις της ευρύτερης ελληνικής δημιουργίας αλλά και της γλωσσικο-ιστορικοσυγκριτικής επικοινωνίας με το πλήθος των κατακτητών που πέρασαν από το νησί.
Η δημιουργική αυτοποίηση δεν υπαγορεύεται από κάποιο ορθολογικό υπόδειγμα, αλλά αυτο-καθορίζεται από ένα εκφραστικό στοχαστικό συνεχές κατά τη στιγμή της δημιουργίας, όπου οι «χρονικές δομές», το νόημα και η έννοια της επικοινωνίας παρουσιάζουν γλωσσικές μεταλλαγές, που προσαρμόζονται στα αξιώματα μιας στιγμιαίας αυτοποιητικής λογικής. Με αυτή τη σκέψη μπορεί κανείς να προσεγγίσει το ανεπανάληπτο μεγαλείο της ιδιωματικής πτυχής του Μιχαηλίδη. Οι αξίες της κυπριακής δημιουργίας είναι σήμερα υπαρκτές σε ολόκληρη την Ελλάδα. Και, αν δει κανείς το κυπριακό ιδίωμα, με βιολογικούς όρους – θα έλεγα – είναι από τη φύση του αυτοποιητικό, όπως αυτοποιητική είναι και η ελληνική γλώσσα σε όλες τις φάσεις εξέλιξής της, και, όπως αυτοποιητική είναι η διαδικασία ανθοφορίας της φύσης• έτσι, ο κυπριακός ιδιωματικός λόγος, ενώ παράλληλα συμπλέει με τις αναδράσεις από και προς το περιβάλλον, διαθέτει μια αυτοποιητική διαφορά δυναμικού, που ωθεί την κίνηση αυτοπαραγωγής του πολιτισμού μας∙ ακολουθεί, δηλαδή, μια διαδικασία αυτοαναφερόμενου συστήματος, με την οποία «δημιουργεί» τον εαυτό του, παράγει και αναπαράγει ολότητες που ξεχωρίζουν από το περιβάλλον. Το κυπριακό ιδίωμα παρουσιάζει, έτσι, μια ικανότητα να αναγεννιέται η διαφορά συστήματος-περιβάλλοντας στον χρόνο, κάτι που μπορεί να διαπιστώσει κανείς στις ποικίλες μορφές των νέων δημιουργών, που καλύπτουν συνδεσμικά όλες σχεδόν τις τεχνικές του λόγου: ποίηση, πρόζα, παραμύθι, θέατρο, τραγούδι, ακόμη και δανεισμένες τεχνικές του λόγου, όπως είναι η ιαπωνική ποιητική φόρμα χαϊκού.
Οι στίχοι ή ο λόγος, που διαχρονικά αγγίζουν με «χρώμα» και «ήχο» μια κοινωνία – με ιδιαίτερο παράδειγμα την ιδιωματική πτυχή του έργου του Μιχαηλίδη – οδηγούν «χορεύοντας» τη φωτεινότητα της πνευματικής ανθρωπιάς της κοινωνίας μας. Ο καταπιεσμένος άνθρωπος, «χορεύοντας» και «τραγουδώντας», ανασύρει από την βαθειά άβυσσο στη γαλάζια επιφάνεια ξεχασμένες αξίες. Το φαινόμενο Βασίλης Μιχαηλίδης, με την ιδιωματική πτυχή της ποίησής του, ανύψωσε «τον πολιτισμό της ψυχής του λαού της Κύπρου», και έγινε κοινωνός αξιών, που δεν αφήνει τον Κύπριο ποιητή να έχει έστω και μια μέρα χαμένη χωρίς «χορό», γιατί στο κυπριακό ιδίωμα οι στίχοι «χορεύουν» με το όλο της ελληνικής δημιουργίας. Η κινητικότητα του αυθεντικού πολιτισμού της πατρίδας μας προσφέρεται από και προς κάθε γωνιά του νησιού μας, και αποτελεί ελληνικά γράμματα (αυτή είναι και μια προσδοκία που μπορεί να δει κανείς στο βιβλίο του Παπαλεοντίου)!
Το βιβλίο «Βασίλης Μιχαηλίδης» δεν προσφέρει μόνο επίλεκτα ποιήματα αλλά και ένα πρότυπο αμάλγαμα, που συνδέει την ερευνητική επικοινωνία του μελετητή με το έργο του εθνικού μας ποιητή. Ο συγγραφέας άρχισε με στοχαστικές αλλά και επιστημονικές δημοσιεύσεις «μικρο-φιλολογικών τετραδίων, για να μας οδηγήσει σε ένα στοίχημα προσδοκίας, αναφορικά με τη διαχρονικότητα της ιδιωματικής διαφοράς του έργου του ποιητή μέσα στο περιβαλλοντικό γίγνεσθαι της σύγχρονης πανελλήνιας δημιουργίας.
Καταληκτικά, κύριε δήμαρχε, φίλοι συμπολίτες, οι αλήθειες περί πολιτισμού και περί αξιών του γλωσσικού μας ιδιώματος, μόνο μέσα από ερευνητικές και πανεπιστημιακές συνθήκες ανιχνεύονται και επαληθεύονται τυπικά και ουσιαστικά. Με θεωρητικό οδηγό τη συγκριτική κριτική σκέψη και την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών, κάνει ορατή την επιστημολογική έκφρασή του ο Λευτέρης Παπαλεοντίου. Αποδίδω μεγάλη σημασία σε μελέτες αυτής της Μορφής, γιατί ένα έργο που περνά από ανοικτές διαδικασίες, οι οποίες επιτρέπουν να μετρηθεί με άλλες σκέψεις και άλλους στοχασμούς, που συναγωνίζονται στην αναζήτηση της αλήθειας, νοηματοδοτεί και την έννοια «πολιτισμός». Έτσι, με αυτά τα τελευταία λόγια, καλωσορίζω τον κύριο Λευτέρη Παπαλεοντίου, ερευνητή-λογοτέχνη, για τον ένα ακόμη σημαντικό βηματισμό του, που οδηγεί προς τον πολιτισμό του τόπου μας. Γενικά, μελέτες που ανοίγουν διάλογο, παρουσιάζουν ιδιαίτερη ακαδημαϊκή αξία, γιατί εμπεριέχουν μια δυναμική που καλωσορίζει και κάθε ένα άλλο έργο, από μια διαφορετική σκοπιά, γιατί ο διάλογος, που εξωτερικεύει την ελεύθερη σκέψη, θεμελιώνει και το δημιουργικό δημοκρατικό φαινόμενο στις κοινωνίες μας.
Σας ευχαριστώ
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Θέματα», τεύχος 14-15, σελ.14-17, 2013
Leave a Reply