ΤΟ ΘΕΑΤΡΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΤΩΝΗ ΙΑΚΩΒΙΔΗ “ΠΕΣ ΚΑΤΙ…” ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΡΑ ΚΡΙΣΤΗ ΧΑΡΑΚΗ
Το θεατρικό έργο του Τώνη Ιακωβίδη «ΠΕΣ ΚΑΤΙ…»
(κριτικό σημείωμα)
Γράφει ο Κρίστης Χαράκης
Φίλε Τώνη,
Από την πρώτη βραδιά της πρεμιέρας του θεατρικού έργου σου, «ΠΕΣ ΚΑΤΙ…», αισθανόμουν την ανάγκη να σου μιλήσω. Άφησα τρεις μέρες να κυλίσουν, ακολουθώ ένα δικό μου «γνωστικό τόπο» κριτικής ανάλυσης – πες το μια «θεωρία του τρόπου» – που αποδίδει πιο αντικειμενικά, όταν συλλαμβάνω τις κινούμενες αναδράσεις μιας παράστασης στον χρόνο. Επιλέγω εκείνες τις αναδράσεις με αυτοαναφορές,, που η διάσταση του χρόνου δεν μπορεί να εξασθενήσει, και εκεί αισθάνομαι ότι εντοπίζω την κριτική ποιότητα μιας παράστασης
Σε μια διαδικασία θέασης εκείνο που μετρά για ένα στον θεατή είναι οι αυτοαναφορές, τα μηνύματα, και οι συγκρούσεις ρόλων. Συλλαμβάνω τον βαθμό επιτυχίας μιας σκηνοθετικής πληρότητας από την αυτοποιητική ερμηνεία του ηθοποιού, στις συμπεριφορικές Μορφές συνδεσμικών ρόλων, στον βαθμό που επιτυγχάνεται η είσοδος μιας Μορφής σε μια άλλη Μορφή. Ακόμη, στην περίπτωση του «ΠΕΣ ΚΑΤΙ…», όπου λογοτέχνης και σκηνοθέτης είναι το ίδιο πρόσωπο, το λογοτεχνικό στοιχείο αποκτά μια ιδιαίτερα δεσπόζουσα θέση κριτικής ανάλυσης, γιατί είναι στενά ενσωματωμένο με το σκηνοθετικό Δημιουργούν, σε πρώτη σύλληψη.
Η θεατρική λογοτεχνία συμβάλλει στην εξέλιξη του πολιτισμού, ως ένα σύστημα διαφορετικό από τις υπόλοιπες Μορφές λογοτεχνικής δημιουργίας, εμπεριέχει τη δυνάμει ερμηνεία αφαιρετικών και πραγματικών ρόλων, που μόνο ένα ενσωματωμένο σύστημα ποιητικής θέασης προσφέρει. Έτσι, είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα η αυτοποιητική διαδικασία, ως πολιτιστικό «εγχείρημα», εκεί, όπου ο ίδιος ο λογοτέχνης αποκαλύπτει σκηνοθετικά το πραγματικό και δυνητικό περιεχόμενο της δημιουργίας του, κάτι, που με δικό μου έργο, αυτή τη συναρπαστική εμπειρία, μόνο μια φορά στη ζωή μου βίωσα. Με αυτά τα προλεγόμενα σου εκφράζω τα συγχαρητήρια μου, για την πρεμιέρα του «ΠΕΣ ΚΑΤΙ…», που έγινε στις 22 Απριλίου, στο «Θέατρο Ένα». Συγχαρητήρια, επίσης, εκφράζω και σε όλους τους συντελεστές της παράστασής. σου – όπου με σκηνοθετικό συντονισμό κατάφεραν η μουσική να διεισδύει στον φωτισμό, αλλά και αντιστρόφως,, θέτοντας φως και ήχο στη διάθεση των θεατρικών συγκρούσεων, αλλά και του όλου σκηνικού χώρου, σε μια σχέση ολιστικών αλληλοδιεισδύσεων.
Στο δια ταύτα, σκηνοθετικά, οι ηθοποιοί Ιάκωβος Ιακώβου, Γιώργος Παναγιώτου και Μαρία Θεοχαρίδου, συγκροτούσαν την απαραίτητη ποικιλία μιας αρχιτεκτονικής ρόλων, που κατάφερες να περάσεις, σε μια σημείο προς σημείο παράσταση συνεχών «προκλήσεων» δραματικής διαδραστικής αντιστοίχησης ρόλων. Με τον τρόπο αυτό, μάς έδωσες, αφενός, την ευκαιρία να απολαύσουμε σκηνοθετική πληρότητα, και, αφετέρου, τη διαλεκτική πρωτοτυπία ενός έργου, που εμφανώς ήταν a posteriori γραμμένο να δώσει ψυχή στις ουμανιστικές αντιστάσεις του σκεπτόμενου Ανθρώπου, απέναντι στα ποικίλα ομοφοβικά και ξενοφοβικά σύνδρομα των ψυχικών και κοινωνικών συστημάτων της κοινωνίας μας. Το σενάριο συνδεσμικά με τη διαδικασία θέασης, ξεπερνά την νοηματική αμεσότητα της συγκεκριμένης υπόθεσης, γιατί δεν οριοθετείται απλώς από τις αντιστάσεις απέναντι μιας συγκεκριμένης φοβίας, αλλά επεκτείνεται με ευρύτερες δυνητικές αναοριοθετήσεις, μέσα στο εσωτερικό περιβάλλον του θεατή, για σεβασμό στο δικαίωμα της διαφορετικότητας.
Η παρουσίαση του έργου είναι διακριτικά τολμηρή, προσέγγισες τη «χρυσή τομή» που ανεμπόδιστα επιτρέπει ένα υγιή προβληματισμό. Η ουσία του σεναρίου, όμως, αποδίδει σκηνοθετικές επεκτάσεις, που άμεσα κάνουν τον θεατή να μεθέξει με πραγματικές εικόνες του σκηνικού περιβάλλοντος, αλλά και με σκηνικές «σκιάδες», που αφήνουν τη μέθεξη να περνά έμμεσα, με τη συνοδεία μιας έντονης και παλμικής μουσικότητας, στον δικό του έσο κόσμο.
Από το έργο αποκαλύπτεται ένα ουσιαστικό σκηνοθετικό περιεχόμενο, που με την βοήθεια όλων των συντελεστών, φέρνει στην επιφάνεια τη σχέση των «κλειστών» και «ανοικτών» συστημάτων, της οιονεί στρεβλωμένης από φοβίες κοινωνίας μας. Ως συγγραφέας αφήνεις ελεύθερα να περάσει στη δομή του έργου ένα – θα έλεγα – προβολικό αναλογικό μοντέλο, της σχέσης «Ροβινσώνα-Παρασκευά», που διαδραματίζεται στο απομονωμένο «νησί» του ναυαγού ήρωα του Daniel Defoe. Μεταφέρεις το μοντέλο του «νησιού» σε ένα κατάκλειστο με τον έξω κόσμο δωμάτιο – πεισματικά σφραγισμένο από τις φοβίες, μήπως περάσει το εκτυφλωτικό φως, από το βλέμμα του έξω κόσμου που διασπά τη «σωτήρια» ανθρώπινη κλειστότητα του αλλοτριωμένου. Την ίδια στιγμή, η διάσταση του σκηνοθέτη, βάζει τη δυναμική της ποιητικής εκφραστικότητας του συγγραφέα, και μάς μεταφέρνει στη μεταμόρφωση των αυτο-περιθωριοποιημένων «Ροβινσώνων» – όπου το άτομο της κλειστότητας, γίνεται Πρόσωπο, με ανοικτή αναγεννημένη ενέργεια και Μορφή, αντλώντας από ένα άλλο Πρόσωπο την «επανεισαγωγή» του, στην κοινωνική διάσταση.
Κλειστό στον εαυτό του, το άτομο, χάνει και προσωπικότητα και αυτοσεβασμό, γίνεται ένα «ψυχοφθόρο» σκουπίδι, πίσω από ένα «κλειστό παράθυρο». Γίνεται σκηνοθετικά ένα με την κλειστότητα του σκηνικού, κι όμως στιγμιαία η ανθρώπινη του φύση ζητά «συνάνθρωπο». Στον άνθρωπο, ακόμη και τον εγκαταλειμμένο σε ακραίες καταστάσεις, εκείνο που πάντα υπάρχει είναι η εν δυνάμει εσωτερική ανθρώπινη απειρότητα, που υπόσχεται τη μεταμόρφωση. Ως συγγραφέας πέτυχε να μας παρουσιάσεις σκηνοθετικά, το βαθύ εσωτερικό περιβάλλον μιας έσο πραγματικότητας, που βιώνουμε καθημερινά με τις ποικίλες φοβίες μας. Κατάφερες να ανοίξεις, το «κλειστό παράθυρο» του θεατή, δίδοντας μια ρεαλιστική εικόνα από τη ζωή, που αναπαράγει την χαμένη προσωπικότητα του ήρωα σου. Με αυτή την εικόνα κατάφερες να εστιάσεις τη θέαση προς μια Μορφή «κάθαρσης», που περιθωριοποιεί το μικροσκοπικό υποσύστημα, το οποίο απομονώνει, διαλύει και καταλύει τον άνθρωπο.
Στο έργο σου, αγαπητέ φίλε, έδωσες με την τέχνη του λόγου και της θέασης «κλίση», στο άκλιτο του δυικού αριθμού. Με ένα δραματικό τρόπο, επέτρεψες να ξεδιπλωθεί η σχέση «τω άνθρωπω» (= οι δυο άνθρωποι σε μια οντότητα), αλλά και «τω καρδίε» (οι δυο καρδίες στο αδιαχώριστο), χωρίς ενικό και χωρίς πληθυντικό, αφήνοντας τον «ερωτισμό» να περάσει παραστατικά – άσχετα αν είναι «νόμιμος» ή «παράνομος», γιατί αφαιρετικά, μάς μεταφέρεις σε αναδράσεις ιερής μυσταγωγίας, που δανείζεσαι από τη δύναμη της αγάπης. Η τολμηρή αυτή εικόνα είναι η δύναμη του έργου σου, γιατί επιτρέπει στον θεατή να κρίνει τη δική του «κλειστότητα» και τις δικές του «φοβίες», γιατί ο καθένας μας βιώνει ένα «κλειστό» και καταφαγωμένο από τον χρόνο και από τους μύκητες παράθυρο αλλοτρίωσης. Γενναιόψυχα, όμως, άφησες το Φως να απελευθερώσει τη σκοτεινιά, δίδοντας υπόσταση στην Ελπίδα, σε αντίθετη της αντίληψης εκείνων, που συλλαμβάνουν τον κόσμο διαιρεμένο σε ανθρώπους, αγγέλους και ζώα, με πάντα σφραγισμένα παράθυρα.
Κλείνοντας καλωσορίζω τη γένεση της νέας θεατρικής οντότητας στην πόλη μας: το «ΘΕΑΤΡΟ ΕΠΟΔΩΣ», που ενεργοποιήθηκε από την πρώτη αυτή δική σου παράσταση. Μεταφέρω, επίσης, το χαιρετισμό της Εταιρείας Λογοτεχνών Λεμεσού: Βασίλης Μιχαηλίδης, με την ευχή η νέα αυτή θεατρική οντότητα να αποτελέσει ένα δυνατό φορέα πολιτισμού για τον τόπο μας.
Δρ Κρίστης Χαράκης
Πρόεδρος Εταιρείας Λογοτεχνών Λεμεσού.
Leave a Reply