ΚΥΠΡΟΣ ΤΟΚΑΣ (ο Λογοτέχνης με το αγνό χαμόγελο) ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΡΑ ΚΡΙΣΤΗ ΧΑΡΑΚΗ

Slider
13/01/2016
0 Σχόλια
ΚΥΠΡΟΣ ΤΟΚΑΣ (ο Λογοτέχνης με το αγνό χαμόγελο) ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΡΑ ΚΡΙΣΤΗ ΧΑΡΑΚΗ

ΚΥΠΡΟΣ ΤΟΚΑΣ
(ο Λογοτέχνης με το αγνό χαμόγελο)
δημοσιογράφος, ποιητής, ζωγράφος
(1924-2011)

Οι βαθύρριζες μνήμες του ποιητή

Γράφει ο Κρίστης Χαράκης

Πώς θα μπορούσε κανείς να περιγράψει ικανοποιητικά τη ζωή και το έργο του Ποιητή της αγνής έκφρασης, του Κύπρου Τόκα; Ιδού το ερώτημα•
«Όσο κτυπά η καρδιά
θ’ ανάβει η φλόγα της δημιουργίας»
ΚΥΠΡΟΣ ΤΟΚΑΣ
Αντί άλλου προλεγόμενου αυτού του αφιερώματος δανείζομαι αποσπάσματα από τον «Πρόλογο» της Πρώτης Ποιητικής Συλλογής του Κύπρου Τόκα, «Αδούλωτες Ψυχές», που γράφει σε Μορφή επιστολής (1):

Κύπρος Τόκας - Αδούλωτες Ψυχές

«Αγαπητέ Εργαζόμενε βιοπαλαιστή,
Την μικρή τούτη ποιητική συλλογή μου, την αφιερώνω μ’ αγάπη και στοργή σε σένα […]. […] διαβάζοντας τα ποιήματά μου, θα με νοιώσεις καλύτερα. […]Μέσα σ’ αυτά θα δεις ένα κομμάτι απ’ τον ψυχικό σου κόσμο ζωγραφισμένο. Θα δεις τις σκέψεις και τους στοχασμούς σου, τις λαχτάρες και τις ανησυχίες σου, τους πόθους και τα όνειρά σου.
[…] όσο μπόρεσα αγκάλιασα με τη σκέψη μου κάθε τι, που σε συγκινεί κι ενθουσιάζει. Μπορεί να μη μπόρεσα να το εκφράσω με άψογη τεχνική, μα έχω την πεποίθηση, πως σαν ένας πνευματικός εργάτης, στο μέτρο της δύναμής μου προσθέτω κι εγώ ένα μικρό λιθάρι στον ωραίο κόσμο της πανανθρώπινης χαράς, της ειρήνης και της λευτεριάς, που με μόχθο και αίμα νυχτοήμερα κτίζεις.
Δικός σου
ΚΥΠΡΟΣ ΤΟΚΑΣ»
Το στοιχείο της ποίησης του Κύπρου Τόκα, στη συγκεκριμένη συλλογή, σφραγίζει επιλεκτικές ιδέες μιας εποχής σκέψη, που στην ουσία ήταν μια εποχή διαλόγου ή αντίλογου μαρξιστικών επιρροών, που, φύσει και θέσει, άγγιζαν τις ευαισθησίες του ποιητή σε ποικίλα πολιτικά και κοινωνιολογικά πράγματα• επιρροές, που λειτουργικά διαμόρφωναν τον σχηματισμό της κυπριακής κοινωνίας, κατά την περίοδο του μεσοπολέμου (2). Αυτή η πρώτη ποιητική έκδοση του Κύπρου Τόκα, που έγινε με ορίζοντα χρόνου το 1951, εμπεριέχει, υπό τη φαινομενολογική έννοια, ανοιχτές διαστάσεις του κινούμενου ορίζοντα του «Παρόντος» προς το Μέλλον», από και προς το «Παρελθόν», με αναφορά τη ζωή του ποιητή και του περιβάλλοντός του, κατά την περίοδο κυρίως του μεσοπολέμου μέχρι και την μετά περίοδο από την ολοκλήρωση του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου.
Η παιδική κι εφηβική ηλικία του ποιητή [Παρελθόν], αλλά και η πρώτη περίοδος της νεότητάς του [Παρόν] (3) ανάπνεε τον «αστερισμό της φτώχειας». Απέναντι στο κατώφλι του μικρού Κύπρου ήταν ένα χωρίς θέαση Μέλλον, γεμάτο από ελλείμματα κοινωνικής στοργής και ευκαιρίας μόρφωσης, που του έπνιγαν τις προσδοκίες της παιδικότητάς του. Η κατανόηση αυτού του φαινομένου, από τον ποιητή, άρχισε να του γίνεται από το δημοτικό, με ορολογίες που πλησιάζουν τη γλώσσα του Μαρξ. Η παρατήρησή μας αυτή είναι σημαντική, στο βαθμό που νοηματοδοτεί μια υπόθεση “πάλης” ενός μικρού με δημιουργικό σθένος, που αρνείται την υποταγή της συνείδησης, και καταπρόσωπο αντιμετωπίζει τη μοίρα, χωρίς να φοβάται να ονειρευτεί! Όμως πάλι, ο Κύπρος Τόκας, από μόνος του, διατηρώντας τη ψυχή και τα μάτια του παιδικά, άνοιξε θέαση μέλλοντος! Με «απρόσμενη στροφή» από τη μικροαστική αντίληψη, που «ήθελε» τον κόσμο διαιρεμένο, ο ένας να ζει σε κάστρο κι ο άλλος έξω στο κατώφλι, νίκησε η αυτοποιητική αισιοδοξία του ποιητή, που από το δημοτικό, τού ήταν βίωμα και κινητήρια δύναμη της φώτισής του!

Ο Ποιητής με το αγνότερο χαμόγελο
– Περπατώντας στην οδό Κώστα Χαράκη, ένας άλλος φίλος, ποιητής, σταματά, μπροστά στο κατώφλι του σπιτιού μου. Τον είδα από το παράθυρο, σαν έγραφα τις πιο πάνω γραμμές. Μιλήσαμε, για λίγο, έτσι «στο πόδι», αναφορικά με το διττό ερώτημα: «τι πράγματι παραμένει στον χώρο της ποίησης, ο τραγουδιστής ή το τραγούδι;»• καταλήξαμε, κι οι δυο, στην αδιάσπαστη σχέση του Κύπρου Τόκα με το Δημιουργούν! Κι’ ακούω τον φίλο Παν-Παν (4) να τον ονομάζει: «ο πιο γλυκός Άνθρωπος»! Αυθόρμητα απαντώ: «ο Ποιητής, με το αγνό χαμόγελο»!
Η σύζευξη αυτών των δυο χαρακτηρισμών απέδωσε ένα μινιμαλιστικό μοτίβο υμνωδίας, που δεν περιορίζεται στην εξωτερική εικόνα του ποιητή! Κάτι σε μορφή «χαϊκού» ή, πιο πολύ, σαν «twitter» αυθόρμητου ποιητικού διαλόγου, θα μπορούσε να ξεδιπλώσει νοηματικά τη σύλληψη της συμβολικής και προβολικής εσωτερικής εικόνας, από την πραγματική ανάμνηση της ψυχής του ποιητή! Η «Όρθια ψυχή» του ποιητή, μού παραμένει άσβεστη ανάμνηση ζωντανής και υπέροχης φιλίας, πηγή συναισθηματικού εμπλουτισμού! Όρθια κρατήθηκε, η ψυχή, μέχρι και το τελευταίο νήμα της ζωής του• κι’ όρθια παραμένει και στη δική μου ψυχή, στον φόντο μιας ανάμνησης φίλου, που ονομάζω:
«ο Π ο ι η τ ή ς μ ε τ ο α γ ν ό τ ε ρ ο χ α μ ό γ ε λ ο» !

Η κοινωνική προβληματική στο φως του περιβάλλοντος
Για λόγους βαθύτερης ανίχνευσης της πνευματικής δημιουργίας και του ήθους του Κύπρου Τόκα, χρειάζεται να δούμε «πώς» ο ίδιος ο ποιητής «κατανοούσε το νόημα της κοινωνίας», που μεγάλωνε, και, «πώς κοινωνικοποιούταν στο περιβαλλοντικό σκηνικό της εποχής του μεσοπολέμου στην Κύπρο», που έζησε στα πρώτα του χρόνια. Ένας άλλος ποιητής, τριάντα χρόνια πριν από τον Κύπρο Τόκα, παρουσίαζε κάποια παρόμοια κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά, ήταν ο Αμερικανός Καρλ Σάντμπεργκ (5). Δανείζομαι κάποια συγκριτικά στοιχεία από τα βιογραφικά των δυο αντρών, για καλύτερη κατανόηση της «πάλης» του «αυτοδίδακτου λογοτέχνη», μέσα στην ίδια την πάλη της ζωής• όμως και πάλι, σίγουρα δεν μπορεί να υπάρξει μια ξεκάθαρη απάντηση στο ερώτημα «πώς θα ήτανε ο Τόκας, αν είχε ευκαιρία το γυμνάσιο και το πανεπιστήμιο», όπως έγινε με τον Σάντμπεργκ. Η λέξη-κλειδί, που διαφοροποιεί την πορεία των δυο ανδρών είναι η «ευκαιρία», γιατί ευκαιρία σπουδής, κάθετα, απουσίαζε από τον Κύπρο Τόκα. Η «προσδοκία» του είχε αυτό το όραμα σταθεροποιημένο, κατ’ αντίθεση, όμως, η πραγματικότητα διάψευδε την προσδοκία. Όμως πάλι, αυτό, που πιο πάνω αναφέραμε ως «αυτοποιητικό άνοιγμα θέασης προς το Μέλλον», φύσει βρισκόταν μέσα στην «λειτουργική εσωτερική απειρότητα» της συνείδησης, και ανανεωνόταν με την έφεση, που ο μικρός Κύπρος Τόκας, μάθαινε «πώς να μαθαίνει και από μόνος του»!
Ο Καρλ Σάντμπεργκ έγραψε στο δοκίμιό του “Poetry Considered” ότι «η ποίηση, είναι το ημερολόγιο του θαλάσσιου ζώου, που ζει στη στεριά και επιθυμεί να οργώσει τους ουρανούς […]» και ότι «η ποίηση, γκρεμίζει τα φράγματα του ανεξερεύνητου», διηγείται «πώς δημιουργείται το ουράνιο τόξο, και γιατί φεύγει». Αυτός ο μεγάλος Αμερικανός ποιητής ρίχτηκε στη βιοπάλη, όπως ακριβώς κι ο δικός μας Κύπρος Τόκας. Και οι δυο ξεκίνησαν τα παιδικά τους χρόνια με «σύνδρομα διάκρισης», σκληρή δουλειά και πενιχρή μόρφωση. Ο Καρλ, έκανε δουλειές γαλατά, θυρωρού κουρείου, κτίστη, χαμάλη θεατρικών σκηνικών, εργάτη πλινθοποιίας και τορναδόρου κεραμευτικής, και ο δικός μας Κύπρος, μόλις τέλειωσε το δημοτικό σχολείο, ξεκίνησε με δουλειές επιπλοποιού, κουρέα-κομμωτή, παντοπώλη. Κι’ οι δυο τους κατέληξαν στη δημοσιογραφία, χωρίς να εγκαταλείψουν τις επαφές με τον κόσμο της βιοπάλης• όμως, πάλι, κι οι δυο άντρες διατήρησαν την ανάμνηση της δύσκολης κοινωνίας, της παιδικότητας και τα περιβάλλοντά της, και έγραψαν ποίηση κοιτάζοντας τα παιδιά, με τα «μάτια της καρδιάς», ο καθένας με τη δική του εμβέλεια στίχου! Όμως, ο ένας με τις προσδοκίες του, για σπουδές, να «επιτυγχάνουν», κι’ ο άλλος να «διαψεύδονται».
Η περίοδος της παιδικότητας του Κύπρου Τόκα ήταν εποχή μεγάλων διεθνών κοινωνικοοικονομικών αλλαγών και ανισοτήτων, ο αχός της Οκτωβριανής Επανάστασης κυκλοφορούσε διάχυτα στην εργατική τάξη της Κύπρου, «φύσει και θέσει» αφύπνισε συγκινήσεις στην παιδική καρδιά του ποιητή, που ζούσε με όνειρα «σαν θαλάσσιο ζώο στη στεριά». Πριν καν να ήταν σε θέση να αντιλαμβάνεται τις βαθιές και πολύπλοκες κοινωνικές θεωρίες των ταξικών δομών του Μαρξ και των «ουράνιων τόξων» του Σάντμπεργκ, ο μικρός Κύπρος βρέθηκε ενεργά στην «πάλη» σε μια περίοδο, που είχε φύσει ανάγκη, ως νέος, ν’ ανοίξει τον «χάρτη των ονείρων του», για να εκφραστεί ως μια ελεύθερη ύπαρξη. Αυτό είναι το ξεχωριστό και βασικά συγκριτικό σημείο, που ταυτίζεται «μέρος» της ζωής του Τόκα, με τον Καρλ Σάντμπεργκ, γιατί δεν κατάφερε ο δικός μας, να περάσει το οικονομικό φράγμα, που άνοιγε πόρτα στο γυμνάσιο• όμως πάλι, κατάφερε να ανακαλύψει τον κόσμο του, με όλα τα εμπόδια, που αντιμετώπιζε! Αντιστάθμισε, έτσι, ως ποιητής, τα παιδικά συναισθήματά του, με το μουντό περιβάλλον της φτώχειας, που βίωνε.
Την εποχή, που μιλάμε, υπήρχαν υποτυπώδεις κοινωνικές παροχές στο νησί μας, καμιά σχέση με τις ευαισθησίες «του σήμερα», απέναντι στα δικαιώματα των παιδιών. Η μάστιγα της αγραμματοσύνης των πολλών, ήταν, όντως, μια υπαρκτή κατάσταση, που άντεχε αδιαμαρτύρητα το κατώφλι του φτωχού. Στο ίδιο χρονικό σκηνικό, πλάι στις εικόνες της φτώχειας και της αλλοτρίωσης του ανθρώπου, συνέπλεε ένας «Πλούτος», που ανήκε στον «Άλλο», που ανατρέχει στην αριστοφανική διακόσμηση, και, που αντανακλούσε την πολυτέλεια και το «κραχ» του 1929. Όλα ήταν σαν ένα μεγάλο θέατρο στις δεκαετίες του 1920 και του 30, μιας περιόδου μεσοπολέμου, όπου η αριστοφανική Ειρήνη ακροβατούσε, περπατώντας, όπως την έχει συλλάβει ο Κάρολος Κουν, πάνω σε ξυλοπόδαρα. Το φάντασμα της διάκρισης, μεταξύ «Πλούτου»-«Φτώχειας», βρισκόταν καβαλικεμένο στη ράχη του φτωχού, που η μοίρα του, στην τότε κυπριακή κοινωνία, ήταν ακόμη χειρότερη στην ύπαιθρο. Ήταν άλλωστε κι η εποχή, που μικρά κορίτσια από τα χωριά, αντί σχολείου, έφευγαν, με τις «ευλογίες» (δάκρυ) των γονιών, για να κάνουν «καριέρα» υπηρετριούλες στην πόλη. Να μπουν, δηλαδή, σ’ ένα από τα λεγόμενα «καλά σπίτια»• και, πριν ακόμη κλείσει τα έντεκα, το κοριτσάκι από το χωριό – αρκετές φορές μικρότερο από τα παιδιά οικογενειών, που υπηρετούσε – ήταν το “δουλικό” της οικογένειας, κι’ ας μη μας ξενίζει η αλήθεια αυτού του όρου. Είναι μια αλήθεια, ανάμεσα στα πολλά «κατηγορώ», που πρέπει να αντέξει η κοινωνική μας ιστορία. Επιβάλλεται, η γνώση τέτοιων φαινομένων, γιατί σφραγίζουν κάποιες πραγματικές αυτοαναφορές, που άκουε κανείς στα «κλειστά» μικροαστικά συστήματα, του «άφρονος πλούτου» της εποχής, όταν δεν τολμά το «πνεύμα» του ποιητή, με επάρκεια να αμφισβητήσει.
Σε αυτό το περιβαλλοντικό σκηνικό γεννήθηκε ο Κύπρος Τόκας• το 1924, γεννήθηκε στη Λεμεσό, δηλαδή, ένα χρόνο πριν από την επίσημη ανακήρυξη της Κύπρου, ως αποικία του στέμματος (6). Οι γονείς του ήταν φτωχοί αγρότες (7) και – όπως αναφέρεται στο βιογραφικό του – για οικονομικούς λόγους (ξεκλήρισμα, τοκογλυφία) εγκατέλειψαν την ύπαιθρο και εγκαταστάθηκαν στην πόλη το 1922. Οι «περί παιδείας» αποικιακοί σχεδιασμοί των Βρετανών ήταν από τη γένεσή τους, ανεπαρκείς. Η μόρφωση παιδιών φτωχών οικογενειών, από το δημοτικό στο γυμνάσιο, ήταν οιονεί ένας κλειστός δρόμος (8). Ο Κύπρος, δυστυχώς, ανήκε στον χώρο μιας ατυχούς «ειλωτείας», γι’ αυτό κι η προσδοκία του, δεν είχε ανοικτή πόρτα προς το γυμνάσιο. Έτσι, για λόγους οικονομικούς σταμάτησε, με το Απολυτήριο του δημοτικού σχολείου, και «ρίχτηκε» στη βιοπάλη. Όμως και πάλι, δεν τον εγκατέλειψε η «προσδοκία», πεισματικά δεν συμβιβάστηκε με τη μοίρα. Ήταν μια περίπτωση, που τολμούσε το πνεύμα! Το «πνεύμα» του μικρού βιοπαλαιστή δεν άφησε τη μοίρα να εξουσιάσει την έφεση της αγάπης του προς το βιβλίο. Θα τον δούμε, έτσι, σε πολύ μικρή ηλικία, αφενός, “να ανακαλύπτει τη διαδικασία της «αυτοαγωγής» και της αυτοπραγμάτωσης της ζωής του”, και, αφετέρου, ως “unit act” ενσυνείδητου όντος, “να δίνει «Προμηθεακό νόημα» στη ζωή, μελετώντας λογοτεχνία και γράφοντας ποίηση”. Οι καθοδηγητικές γνωριμίες παιδαγωγών και καθηγητών, αγκάλιασαν με μεγάλη αγάπη την «πάλη» του, για γνώση! Με όρο κλειδί: την «έφεση του ειδέναι» (9), άνοιξε ο δρόμος της «αυτοποίησης»• ήταν όλα, όπως ένα περιπετειώδες δραματικό μυθιστόρημα με ποικίλες συντεταγμένες «μεταβάσεων», που οδηγούσαν σε μια τέλεια ενότητα του ανθρώπου με τη μάθηση και με το «Δημιουργούν». Η ποίηση του Τόκα ήταν φυσική και άριστα εξανθρωπισμένη, σαν «ημερολόγιο» ζωής και περιβάλλοντος. Ο ποιητής δεν άφησε τον εαυτό του να γράφει «χωρίς μαρτυρίες», αρκετές φορές, ο λόγος του, υπέρβαινε τα όρια του εαυτού του, κυρίως, γιατί ο «αέρας των στίχων» του ανατροφοδοτούσε το βλέμμα της καρδιάς του. Για ορισμένους αυτός, ο τρόπος που έγγραφε, εμπίπτει στον χώρο της «ναΐφ» γραφής (10) και δεν είναι λάθος αυτή η προσέγγιση, αλλά ούτε και απόλυτα σωστή, γιατί η ουσία στο περιεχόμενο της γραφής του Τόκα έχει έναν πλούτο από «αυτοαναφορές»• αυτοαναφορές με ουσιαστικό περιεχόμενο μιας ιδιόμορφης φιλοσοφίας, όπου το βάθος της ποίησης να εξωτερικεύει οικείο το περιβάλλον στα παιδιά! Έγγραφε τη γλώσσα των παιδιών, για να διαβάζεται η ποίηση με άνεση από παιδιά. Αυτή η μορφή της ποίησης του Κύπρου Τόκα είναι καλοδουλεμένη και «διαδραστική», γιατί, εκτός από το ότι αντανακλά «παιδική χάρη» στην τελειότητά της, διαθέτει και πνευματική δυναμική, που προκαλεί τη μέθεξη των παιδιών να ζωγραφίσουν, να μιλήσουν και να τραγουδήσουν τον ποιητικό του λόγο. Σίγουρα δεν είναι εύκολο πράγμα. Ο Ισπανός Huan Miro (11), ένας από τους σημαντικότερους υπερρεαλιστές καλλιτέχνες του 20ου αιώνα, δήλωσε: «Χρειάστηκε να γεράσω, για να μάθω να ζωγραφίζω σαν παιδί». Η ποίηση του Κύπρου Τόκα μιλά άμεσα με τα παιδιά, είναι διαδραστική και εσωτερικεύει εκείνες τις όψεις του περιβάλλοντος, που επιτρέπουν την ενεργό αυτοκαλλιέργεια της αρετής στα παιδιά, όμως παράλληλα «ανοίγει» και μια προβληματική αφαιρετικής «δράσης», που εκφράζει την υγιή διαφορά του ποιητή από το όποιο στοιχείο του περιβάλλοντος, που αλλοτριώνει τη φύση και τον άνθρωπο.
– Ο Τόκας έβλεπε πιο πολύ με τα μάτια της ψυχής κι έγγραφε αρκετές φορές ενστικτωδώς, αλλά πάντα πηγαία απελευθέρωνε τη φαντασία κι αγκάλιαζε με αγάπη τον κόσμο των παιδιών, που του ήταν όντως ο κόσμος του! Έγγραφε, όπως ο «χρυσός κανόνας» της Βίβλου, για ό,τι καλό θα ήθελε αυτός να διάβαζε σαν παιδί. Στους στίχους του μετείχε η φύση, έδινε στη φύση πρωταγωνιστικό ρόλο «παιδικής ουσίας», όπως το νόημα ενός «δέντρου της ζωής», που το κάθε του κλωνάρι εφελκύεται προς το φως! Άνοιγε «ποιητικό διάλογο» με τη σοφία της αγνής παιδικής σκέψης, αλλά και με τη φύση, και παρέμεινε στον χώρο των γραμμάτων της πόλης μας, ως ο «ποιητής των παιδιών και των πουλιών»!
Από τη συλλογή «Χελιδονάκια», μπορεί κανείς να συλλάβει την έκφραση «στοργής», που ζητούσε και του «αρνήθηκε» το κοινωνικό σύστημα, όταν αυτός ήταν ο ίδιος παιδί. Η στοργή, η ανθρωπιά, η τρυφερότητα κι η αγάπη στο παιδί, όλα σε ένα «μπουκέτο», αποτελούν την απλή αλλά βαθειά «επικοινωνία» του ποιητή με τα παιδιά, κυρίως του δημοτικού σχολείου. Οι στίχοι του απλοί, αλλά ρεαλιστικά «διαδραστικοί» (interactive), εμπλουτισμένοι από ποιητικό διάλογο με το περιβάλλον, γράφει σε δυο ποιηματάκια ποίηση, που δίδει τη «στοργή» και την «αγάπη» της φύσης και του σχολείου:
«Στίχοι μου – σεμνά χελιδονάκια
Ανοίξτε τα φτερά σας και πετάτε,
Πηγαίνετε να βρείτε τα παιδάκια
Κι αιώνια συντροφιά να τους κρατάτε»(12) «Σχολείο μου αγαπημένο, στην αγκάλη σου
Βρίσκει η ψυχή το φως που λαχταρά
Γίνεται ολόχαρο πουλάκι
Που τα φτερά του ανοίγει και πετά» (13)
Ο «κώδικας», της «διαδραστικής ποίησης» του Τόκα αρχίζει από το παιδί. Η παιδική ύπαρξη είναι στους στίχους του, ό,τι πιο συναρπαστικό, την θέλει να μεθέξει το αυτονόητο της «αυτο-τελειότητάς» της. Το παιδί από μόνο του, χωρίς να γνωρίζει, αποκρυπτογραφεί μηνύματα από την παιδική κατανοητή γλώσσα του ποιητή, γιατί οι στίχοι μετατρέπονται σε ανατροφοδοτούμενα αισθήματα από την υπεροχή της παιδικής και χαριτωμένης αγνής αφέλειας. Το συστατικό της «επικοινωνίας» του «Ποιητή των παιδιών» με το «Παιδί», δεν «συλλαμβάνεται» με θεωρίες, ούτε «κατασκευάζεται» από «περγαμηνές», είναι απλά ένας a priori-a posteriori «πλούτος αλήθειας», που βρίσκεται στην «ιερότητα» της αρετής! «Καλοσύνη», «Στοργή» και «Αγάπη», αντανακλούν αυτό το πρότυπο. Το φαινόμενο αυτό σε ποίηση και πρόζα το συναντά κανείς στην ποιητική «επικοινωνία» της νέας γενιάς αρκετών αυτοδίδακτων ποιητών μας, το «Δημιουργούν» δεν είναι νησί• ο στίχος του John Donne: “No Man is an Island”, εκφράζει ένα αναλογικό-προβολικό μοντέλο σε λειτουργική διάδραση στα «στέκια» των καλλιτεχνών της Λεμεσού, χωρίς να σημαίνει ότι περιορίζει την αυθεντικότητα της ελεύθερης και δημιουργικής σκέψης του καθενός. Όμως, πάλι, ο Τόκας είναι ίσως ο πρωτοπόρος αυτής της γενιάς, που άρχισε αυτο-καλλιεργώντας ποίηση, για ν’ αγγίξει τις ψυχές των παιδιών μας. Αυτό το «άγγιγμα» είναι συγκινησιακά αληθινό και γενεσιουργό από αρκετές προσπάθειες του συγκεκριμένου ποιητή! Είναι κάτι, που κατανοείται μεταξύ της προσπάθειας του «Γλάρου Ιωνάθαν Λίβινγκστον» (14) να πετάξει ψηλά, κι’ ακόμη πιο ψηλά, και πιο-πιο ψηλά, και της επιλογής του μυθικού Ηρακλή να περπατήσει, χωρίς συμβιβασμούς τον δρόμο της «αρετής»! Αυτός ο συλλογισμός αποδίδει το αυτοποιητικό «παιδικό φτερούγισμα» στους στίχους του Κύπρου Τόκα!
Ο αναλογικός και προβολικός στίχος της ποιητικής του Κύπρου Τόκα εκφράζει δυο ακόμη δραστικές διδακτικές συνιστώσες, γιατί αφενός καλλιεργεί την «έφεση του ειδέναι», ως συστατικό ποίησης, και, αφετέρου, αναπτύσσει διεισδύσεις «διαδραστικής προβληματικής», ως μεθεξιακό συστατικό, που ολοκληρώνει το ποιητικό μήνυμα, αρκετές φορές με «υπερρεαλιστικό» τρόπο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι συζεύξεις κάποιων ποιητικών «ερωτημάτων» με τις «απαντήσεις», όπου συναντά κανείς εμφανές το «υπερρεαλιστικό» και αυτοτελές ποιητικό στοιχείο να υπαγορεύει «απαντήσεις» από τον στοχασμό του ποιητή. Στη γραφή του, το ήθος, η δικαιοσύνη και η ιδέα στηρίζονται στην πίστη μιας «ανώτερης πραγματικότητας» και της παντοδυναμίας του οράματος, και υποκαθιστούν τα προβλήματα της ζωής, πάνω από την πραγματικότητα• γράφει:
«Ο αετός μεσ’ στο κλουβί σαν είν’ φυλακισμένος
Ποιο πόθο έχει θερμό;
-Με τ’ ατσαλένια του κλουβιού τα σίδερα να πάψει
Να έχει πια δεσμό» (15)!
Ο Τόκας έκδωσε πέντε ποιητικές συλλογές για παιδιά. Πέρα από το «Χελιδονάκια» (1963) είναι το «Παιδική λύρα» (1969), το «Βλαστάρια» (1979), το «Παιδικές ρίζες» (1983) και το «Περιστεράκια» (1989). Έκδωσε, επίσης, τις πρώτες πρώιμες πρόζες του, σε μορφή διηγημάτων το 1997• το βιβλίο «Βαθύρριζες μνήμες» φιλοξενεί πραγματικά βιώματα του ποιητή σε δείγματα γραφής της παιδικής του ηλικίας. Τα ποιήματα του Κύπρου Τόκα, για παιδιά, δείχνουν μια έμφυτη στροφή προς τη δημιουργική παιδαγωγική γραφή, που φύσει διδάσκει «φυσική δικαιοσύνη». Το «διαδραστικό στοιχείο» της ποίησης του. «μπήκε στα χέρια του δασκάλου», όπως, ο «σπόρος», που πέφτει σε εύφορο χώμα (16).
Το χρειάζεται το «σχολείο» η ποίηση του Τόκα, δεν έπαψε ποτέ να είναι μέρος του οράματός του. Για τον ποιητή, το σχολείο ποτίζει τον «σπόρο» με τη γνώση, κι’ ο «βλαστός» αναγεννιέται από το ποιητικό «Δημιουργούν» της καλοσύνης, φτερουγίζοντας τον αέρα της γνώσης, που δεν υπάρχει στα αναλυτικά προγράμματα. Η παιδική ποίηση, το παιδικό τραγούδι, η παιδική ζωγραφική, το παιδικό θέατρο, οι αθλοπαιδιές σώματος και πνεύματος είναι όλα «υπόθεση παιδείας»! Αυτή είναι η «μετάβαση» του ποιητή! Μάθαινε τα παιδιά «πώς να πετούν με τα φτερά της καλοσύνης» (17). Το «φαινόμενο Κύπρος Τόκας» εντοπίζεται στη δύναμη της απλότητας της γραφής και της συμπεριφοράς του προς τα παιδιά. Η ειλικρίνεια και η καθαρότητα, που καλλιεργούσε ο παιδικός του στίχος, διαβαζόταν με την ποιητική γλώσσα του ίδιου του παιδιού, γιατί, άσχετα της πενιχρής σχολικής μόρφωσής του, καταξιώθηκε δάσκαλος, «ποιητής των παιδιών», με «σπουδή» την ποίηση» της καλοσύνης και της ανθρωπιάς (18)!

Η όρθια ψυχή
– Αναζητώντας την αρχή του νήματος του ‘Ποιητή των παιδιών μας’, η σκέψη τρέχει στον στενό δεσμό φιλίας με τον ποιητή και τη δραματική πορεία της ζωής του. Ο Άνθρωπος Τόκας, υπηρέτησε με ταπεινοφροσύνη τον πολιτισμό και ανακάλυψε τις Μούσες στον εσωτερικό του κόσμο. Ασχολήθηκε με την ουσία της θείας δικαιοσύνης και της χριστιανικής αγάπης. Οι «μεταβάσεις» της ζωής του μοιάζουν, όμως, σαν μια αρχαία τραγωδία. Από την αρχή του νήματος της ζωής, μικρός και σε ώριμη ηλικία, περνά ένα πραγματικό φάσμα δραματικών συγκρούσεων, που δεν είναι μόνο οικονομικές, αλλά και κοινωνιολογικές και ανθρωπολογικές και ιστορικές και φιλοσοφικές, και θρησκευτικές, και οικογενειακές και βιολογικές• όμως και πάλι, όπως και πιο πάνω λέχθηκε, ο ποιητής, ακόμη και σε εποχές, που οι «θεοί καθόριζαν τη μοίρα του ανθρώπου» δεν παραδιδόταν στη «μοίρα»!
Θα μπορούσα να συνοψίσω τον εσωτερικό κόσμο του ποιητή, με τις συμπεριφορές και τις αξίες του• αξίες δικαιοσύνης, αξίες καλοσύνης, αξίες αγάπης, αξίες ταπεινοφροσύνης και αξίες φιλίας! Η κάθε μια, αλλά κι όλες μαζί, ως ενιαίο σύνολο αξιών, ανατροφοδοτούσαν τις συμπεριφορικές «αυτο-εντολές» του Αντρός• «εντολές», που εκφράζονται από τη Ψυχή «καλοσυνάτου παιδιού», γιατί η καλοσύνη δεν εγκατέλειψε, ούτε για λίγο χρόνο, τον χαρακτήρα του. Η συναπαρτισμένη από «παντοειδή» ποικιλία ποίηση, τού ήτανε, ως σύνολο, ένα καταληκτικό “σύστημα ζωής”, που άρχισε με την «έφεση του ειδέναι» στα παιδικά χρόνια, κι’ ολοκληρώθηκε στην ωρίμανση, ως έμφυτη δύναμη και πηγή “αυτο-αναπαραγωγής αξιών”• αξιών μόχθου, γνώσης, ανθρωπιάς, της χαράς της φύσης, αξιών του πνεύματος των Χριστουγέννων, της αντικειμενικής ευτυχίας και αξιών ποίησης!
Ο αυθόρμητος χαρακτήρας του Τόκα μετρούσε από την ολοφάνερη ειλικρίνειά του, και από την αλήθεια της ζωής του. Με στίχους μιας ενότητας «παντοειδούς» ποικιλίας «πάλης», συναπαρτισμένης από το όλο της ζωής, άγγιζε «διαδραστικά» και ελπιδοφόρα το «κατώφλι» του φτωχού βιοπαλαιστή και συγχρόνως κτυπούσε με αναδράσεις το «κάστρο» του εκμεταλλευτή. Η «έφεση του ειδέναι» τον συνόδευε κάθε φορά, που έγραφε στίχους. Ανεξάρτητα αν γνώριζε, η τάση να εκφραστεί, τού αναβίωνε μια διαλεκτική ενέργεια, που, ακόμη και με ανάμικτα «ναΐφ» κείμενα, σε πρώτη γραφή, χειραφετούσε τη σκέψη, «προκαλώντας» ακόμη και τον διανοούμενο αναγνώστη να «αλληλοεπιδράσει» στη ζωντανή μαρτυρία των βηματισμών της ζωής, και να μεθέξει συν-δημιουργώντας Αλήθεια και Ανθρωπιά. Η «φιλοσοφική» ταυτότητα του ποιητή αποκτούσε νόημα, συνυπολογίζοντας τη ροή του στοχασμού του με μια μόνο εντολή, που έμφυτα «γεφύρωνε» την ανθρώπινή του διάσταση με το θείο: την εντολή του Μιχαία, γιατί ο Κύπρος Τόκας ήταν σε ολόκληρο τον βίο, και δημιουργικός, και δίκαιος, και καλοσυνάτος, και αληθινός, και βάδιζε με ταπεινότητα δίπλα στον Θεό του (19).
Όπως αγνό ήταν το χαμόγελο του ποιητή, αγνή ήταν και η ποίηση του! Το «Δημιουργούν» ένωνε ενεργητικά την ποίηση με τον ποιητή, και ενεργητικά μόρφωνε τη συνείδηση και καλλιεργούσε τη θέληση, για ένα ακόμη επόμενο βήμα δημιουργίας! Η ποίηση του Κύπρου Τόκα ήταν όντως διαδραστική. Ο ποιητής ήταν ο εκφραστής συναισθημάτων, και με απλούς στίχους άγγιζε την αυτοτέλεια του ανθρώπινου στοχασμού, δίδοντας ό,τι ωραιότερο από την ψυχή του, για να διαβαστεί από παιδιά! Την αρχιτεκτονική της γραφής του Κύπρου Τόκα εντόπισα με ένα υπόδειγμα, ταξιδεύοντας στα κρασοχώρια. Ήταν στ’ αριστερά μου το μικρό χωριό η Βάσα Κοιλανίου (20), έβλεπα και τα πουλιά με τον «μεθυσμένο τους έρωτα», την Βάσα να κοιτούν από ψηλά, ως το πιο οικείο περιβάλλον, για να κτίσουν φωλιές! Αυτό το χωριουδάκι παρέμεινε ένα καλόγουστο «λευκαρίτικο κέντημα» (21) στη σκέψη μου, ανάμεσα στ’ αμπελοφυτεμένα «αλυσιδωτά βουνά», με τ’ αμπέλια, που ταξίδευαν ανάποδα του οχήματος! Ένα πράγματι «αρχιτεκτονικό κέντημα», μια ποίηση της φύσης το αυθεντικό κάλλος σε πάζλ μικρών σπιτιών, κτισμένων με «ναΐφ στίχους», χωρίς την παρέμβαση του αρχιτέκτονα!
Ο αναλογικός και προβολικός τρόπος σκέψης της «χαριτωμένης Βάσας», με οδηγεί στην αρχιτεκτονική της γραφής του Τόκα, που διαβάζουν τα παιδιά, ως το πιο οικείο περιβάλλον, για τις στοχαστικές τους «φωλιές»! Η αλήθεια της παιδικότητας του λόγου είναι μεγάλο πράγμα, γιατί φωλιάζει στις καρδιές των παιδιών. Ποιητής των παιδιών, σημαίνει να γράφει ποίηση στην γλώσσα των παιδιών! Είναι ένα πολύ δύσκολο έργο και δεν μπορεί να το κάνει ο οποιουσδήποτε δημιουργός, χωρίς το έμφυτο στοιχείο της αυθεντικής τρυφερότητας ανθρώπου και στίχου, που τραγουδά με τη γλώσσα των «πουλιών» και των «λουλουδιών»!
Στη συλλογή «Περιστεράκια», γράφει:
Είναι καιρός. Ανοίξτε τα φτερά σας
Αθώα μου περιστεράκια
Πηγαίνετε να βρείτε τα παιδάκια
Και δώστε τα μηνύματά σας Ζεστές φωλίτσες οι καρδιές τους
Φιλόξενα θα σας δεχθούνε
Μαζί με σας θα τραγουδούνε
Τα όνειρα και τις χαρές τους.
Η πηγή της γενεσιουργικής «Π ο ι η τ ι κ ή ς» του Κύπρου Τόκα ρέει από την αυθεντικότητα των βιωμάτων του, που καλύπτουν ένα υπαρξιακό μεγάλο θέατρο ζωής. Η ενσυνείδητη δύναμη της ανθρωπιάς του, μπήκε στην ποιητική του! Έτσι, η ποίησή του, πάντα καλοδουλεμένη κι ανθρώπινη, μετουσίωνε τις στροφές του λόγου προς τον άνθρωπο. Ο χαριτωμένος «παιδικός» τρόπος γραφής, αγκάλιαζε το παιδί και τη φύση. Αρκετές μάλιστα φορές αναφέρονταν οι στίχοι σε δύσκολες εποχές της παιδικής του ηλικίας, η απλότητα και η χάρη της ποίησης επέτρεπε και σ’ ένα μικρό παιδί ενσυνείδητα να μεθέξει τη δράση της εποχής του.
Ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναφορικά με τον Τόκα είναι οι ποιητικές «αυτοαναφορές» του. Ίσως αυτό να είναι ένα από το πιο σημαντικά στοιχεία της γραφής του. Ποιητικές «αυτοαναφορές», που συνδέονταν με τη ζωή του ποιητή, «προκαλώντας» τον αναγνώστη να αντιμετωπίσει διαδραστικά τη «διαφορά» του στοχασμού του, με τον «στοχασμό της στιχουργίας» (= του «περιβάλλοντος», που περιγράφεται στους στίχους)• «περιβαλλοντικός στοχασμός», που ήταν αυθεντικά βιωματικός• «κοινωνιολογικά βιωματικός», «οικονομικά βιωματικός» και «πολιτικά βιωματικός».

Το «Αδούλωτες ψυχές» (1951)
Η πρώτη ποιητική συλλογή του Τόκα, το «Αδούλωτες ψυχές» (1951) αποκαλύπτει την κοινωνική του προβληματική, πριν ακόμη ξεκινήσει να γράφει για παιδιά. Η ποίησή του ήταν εμφανώς στρατευμένη• όμως πάλι διαθέτει τον ελεύθερο στοχασμό, χωρίς σχεδόν καθόλου κομματική χειραγωγία. Χαρακτηριστικό το ποίημα «Ελεύθερη Ελλάδα», όπου υμνωδεί την «Ελευθερία», με θέατρο αγώνα την Ελλαδα, μέσω ενός αγώνα ελπιδοφόρας πάλης, για ψωμί και ελευθερία, όπως ο ίδιος αισθανόταν την ιδεολογία του (22)• γράφει:
Ώ πώς μ’ αγάπη στρέφουμε τα μάτια της ψυχής 1
Ελπιδοφόρα προς εσέ Ελεύθερη Ελλάδα […] 2
«Με τα φτερά ολάνοιχτα της σκέψης χαρωποί 9
Πόσες φορές πετάξαμε στα θρυλικά βουνά σου
Εκεί που θαυματούργησαν οι πιο καλοί σου γιοι
Για το ψωμί παλεύοντας και για τη λευτεριά σου»! 12/ 16
Η συλλογή του Κύπρου Τόκα «Αδούλωτες ψυχές» εμπεριέχει δείγματα «αυτοποιητικού αρχιτεκτονήματος» γραφής, που αργότερα επηρέασαν και την παιδική ποίηση. Γράφει στίχους με ιδεολογικό περιεχόμενο, που στοχευόμενα αγγίζουν τις συνειδήσεις του καταπιεσμένου της εποχής περιβάλλοντος (23). Όμως πάλι, οι ποιητικές «συσπειρωτικές κραυγές», όπως η ελευθερία, η ισότητα, η δικαιοσύνη, η πάλη, ενώ φαίνονται ότι περιορίζονται σε ένα χώρο και σε μια συγκεκριμένη εποχή, με τα ειδικά βασικά προβλήματα της κυπριακής ή/ και της ελληνικής κοινωνίας, εμβαθύνουν και στο στοιχείο της πανανθρώπινης αλλοτρίωσης. Η ποιητική αυτή ανθολόγηση είναι εμπλουτισμένη «υπαρξιακών αισθημάτων», που βρίσκονται σε εμφανή κατάφαση, με τον έντονο ανθρωπισμό των πρώτων φιλοσοφικών έργων της «νεότητας» του Μαρξ (24).
Η ποίηση του Κύπρου Τόκα, βρέθηκε αντιμέτωπη της αλλοτρίωσης του ανθρώπου, με υγιείς εμβαθύνσεις του φιλοσοφικού γίγνεσθαι της εποχής του. Κι’ οι στίχοι εκφράζουν εγρήγορση του ανυπότακτου λόγου, στέκουν πλάι στον βιοπαλαιστή και είναι απέναντι σε κάποια σύγχρονα κοινωνικοοικονομικά συστήματα, που αποκλείουν, ή περιορίζουν την ελεύθερη κοινωνική σκέψη, δράση και ανάπτυξη της «κοινωνικής ύπαρξης του ανθρώπου». Στη συλλογή αυτή υπάρχουν αρκετές ποιητικές παραθέσεις «πάλης» με τις ευαισθησίες του ποιητή, που διαμορφώνουν μια Μορφή «συνείδησης κοινωνικής δράσης». Το ποιητικό υποκείμενο Κύπρος Τόκας, εμπεριέχει βαθειά ιδεολογικά κριτήρια, και στη συγκεκριμένη ανθολόγηση υμνωδεί «καθοδηγητικά» τον ποιητικό ελπιδοφόρο παλμό της πάλης του καταπιεσμένου•
γράφει:
«Και μείς αδέλφια τις χαρές μιας ξέγνοιαστης ζωής 1
Δίχως καημούς και βάσανα μια μέρα θα γευτούμε
Και τη γλυκεία μας λευτεριά θερμά θα τραγουδούμε
Μ’ όλη τη φλόγα της καρδιάς του νου και της ψυχής
Μα πρέπει να παλέψουμε ως τότε αγωνιστές 5
Κι’ όσους μας κλέβουνε το βιος με λύσσα να χτυπάμε
Τις αλυσίδες της σκλαβιάς με τη ψυχή να σπάμε
Κι’ αδάμαστοι να γίνουμε του δίκιου μαχητές
Η πάλη θάν’ αιμάτινη κι’ η στράτα μακρινή 9
Μα νικητές, περήφανοι, θα φτάσουμε στο τέρμα
Απ’ το βαρύ να φύγουμε της αδικίας το πέλμα
Βαθιά μας να ροδίσουνε πασίχαροι ουρανοί» (25).
Η ποιητική του εμβάθυνση, λιγότερο ή περισσότερο, παρουσιάζει όλα εκείνα τα υγιή στρατευμένα στοιχεία, της κοινωνιολογικής φιλοσοφίας του Μαρξ και στοχεύει την αναπαραγωγή της «συνείδησης» από τη ζωή. Η σκέψη στη γραφή του ποιητή της συγκεκριμένης εποχής, οικοδομούσε συνειδήσεις χωρίς περιορισμούς. Κι’ όπως ένοιωθε τη ζωή να αποτείνεται στο σύνολο της φύσης, έτσι και η συνείδησή του άνοιξε σε όλα: «στην κοινωνία, την παιδεία, την οικονομία, το γονιό, το κράτος, τη δικαιοσύνη, την ελευθερία, την πατρίδα, την ηθική, τη φτώχεια, την ανθρωπιά», όπως ταιριάζει σε ένα ελεύθερο στοχαστή. Αυτά και άλλα αποτελούσαν ζωντανά βιώματα του ποιητή Κύπρου Τόκα, κυρίως από τους βηματισμούς της «αλλοτριωμένης» παιδικής του ηλικίας.
Ένα «μικρό παιδί» πάντα βρισκόταν στον εσωτερικό κόσμο της ψυχής του ποιητή, του μιλούσε για βιώματα και ανεκπλήρωτες προσδοκίες, γιατί κάθε φορά που έπιανε το «μολύβι» να γράψει, ένα αγνό παιδί ακτινοβολούσε την «ενσυναίσθηση» της πνευματικής σφραγίδας της «θείας δικαιοσύνης». Στο «αδούλωτες ψυχές» γνωρίζουμε το «ζωντανό παιδί» της ψυχής του ποιητή. Γράφει, για τη μάνα, τον πατέρα, την αδελφή, αλλά και για τον όποιο άνθρωπο, που έβλεπε πονεμένο:
«Πόσες φορές μανούλα μου γλυκεία 1
Η θύμηση με θέρμη σ’ αγκαλιάζει
Όταν η πλήξη μου βαραίνει την καρδιά
Και το σκοτάδι της οδύνης μου την σκιάζει
[…] ποτέ δε θα ξεχάσω τη στοργή 21
Κι’ ούτε μανούλα την απέραντή σου αγάπη
Πάντα κλεισμένη θε να σέχω στη ψυχή
Και να λατρεύω την καρδιά σου τη μεγάλη» (26). 24
* * *
«Πατέρα, το σπιτάκι μας το φτωχικό που χρόνια 1
Το θέρμαινε η αγάπη σου κι’ η θέρμη κι’ η στοργή σου
Με μαρασμό και λύπηση, το γιόμισ’ η φυγή σου
Και της χαράς απόδιωξε τ’ ανάερα χελιδόνια (27) 4 / […]5-12
* * *
Στο ποίημα «Η ανθοπώλης» είναι εμφανής ο συγκινησιακός επηρεασμός της πλοκής των στίχων, με την ακτινοβόλο μουσική του Αττίκ• γράφει:
«Απόψε τα λουλούδια μας μανούλα 1
Απούλητ’ απομείναν στο πανέρι
Ποιος αύριο ψωμάκι θε να φέρει
Στην άρρωστη μικρή μας αδελφούλα;» (28) 4/ […]5-16
* * *
Η πολύ ανθρώπινη φύση του πνεύματος του Τόκα, προσφέρεται στην ίδια συλλογή, με εικόνες ζωής μέσα σε ποικίλους συμβολικούς και προβολικούς στίχους. Η φύση μιας συγκεκαλυμμένης θλίψης μπορεί να εξερευνηθεί σε κάθε ποίημά του, ακόμη και στα χαρούμενα, αλλά και στην καθόλα «ναΐφ» ζωγραφική του, που αυτοδίδακτα ξεκίνησε σε μεγάλη ηλικία, κάτι που χρειάζεται μια ιδιαίτερη ανάλυση. Τα δειγματικά αποσπάσματα από δυο ποιήματα, το «Ο αλήτης» και το «Όταν πονάς», μας δείχνουν, ανεξάρτητα απ’ όσο πραγματικά ο ίδιος ήθελε, την αναπαραγωγή βαθιών «διανοητικών περιπετειών» μέσα από την εσωτερική “terra incognita” των στοχασμών του. Το «Ο αλήτης», επιτρέπει «ποιητικές μεταβάσεις» από το «περιπετειώδες» Παρελθόν, στο Παρόν, των γνωστών, ή άγνωστων σεναρίων και σκηνικών της πραγματικής του ζωής• και, το «Όταν πονάς», μεταφέρνει με ποιητική ειλικρίνεια την φύσει στοχαστική συναίσθηση του ποιητή•
γράφει:
«Ο αλήτης» (29)
«Έλα στην τρώγλη μου λοιπόν φτωχέ
κακόμοιρε 9 Και συ τη νύχτα σου δωπέρα να περάσεις
Το λιγοστό μου το φαΐ και το ξερόψωμο
Κι’ οι δυο μαζί θα μοιραστούμε σαν
πεινάσεις 12 «Όταν πονάς» (30)
«Η κάθε θλίψη σου μού σκίζει τη ψυχή 5
Και κάθε πόνος σου ριζώνεται βαθειά μου
Κι όταν της πλήξης σε τυλίγουν τα φτερά Σφιχταγκαλιάζουνε και μένα την καρδιά μου» 8/ […]9-12

Ο πατέρας
Ο στοχασμός, από την πιο πάνω πρώτη ποιητική συλλογή (1951), μάς οδηγεί και στον πατέρα Κύπρο Τόκα, και χρειάζεται αυτή η «παρένθεση», γιατί είναι πτυχή, που καθοριστικά δρομολόγησε τον πιο ανείπωτο πόνο συνείδησης, το τελευταίο νήμα ανάμεσα στη «ζωή» και τη «μη-ζωή». Αυθόρμητα, με συγκινησιακή στιγμή, μεταφέρεται η γραφή σε ανάμνηση, η ανάγκη στιχουργίας προς τον πατέρα, τον φίλο και τον γιο, με κάνει να υποκλίνομαι στη μεγαλειώδη μνήμη τους:
Τσακισμένος ανακάλυψες,
πως ζώσες είναι
οι τραγωδίες στους ανθρώπους.
Ο χαμός του αγαπημένου γιου (31)
σε τσάκισε, κι’ όμως,
άντεξε η Ψυχή ολόρθη ∙
Γιατί και σε σπασμένους στίχους
οι Ψυχές έχουν αγάπη!
Ξερό είναι το «Ποίημα», σαν
τρίζουνε οι «Στίχοι» και
σαν θρηνούν οι «Νότες»…
Δέντρο αειθαλές χωρίς τα φύλλα του
λυγίζει, σαν τα κλωνάρια
αδειάζουν τους χυμούς Και συ, Φίλε ακριβέ, πώς τόσο επίμονα
ατενίζεις μουσικές;
Πώς τραγουδάς, τυλίγοντας το
τελευταίο νήμα;
Πώς και μας δείχνεις πολύχρωμους ανθούς, με μαραμένες ρίζες στίχων;
Στη σιγουριά της άνοιξης
Όραμα, έχεις: να δεις στον γιο σου!
Να βαδίζει πλάι σένα!
Να τραγουδά δικούς σου στίχους! Και,
να συνθέτει τους Ύμνους
δίπλα στον Θεό σου!
(Κρ. Χαράκη αφιέρωμα στον ποιητή Κύπρο Τόκα)
8.11.2015
Ο Μάριος Τόκας, “το βλαστάρι” του Κύπρου Τόκα και της Κύπρου, φεύγοντας από τη ζωή τσάκισε τον πατέρα. Ο πατέρας κατάφερε με ταπεινοφροσύνη να αγγίξει τις καρδιές των παιδιών μας! Ο γιος κατάφερε να δώσει μεγαλοπρέπεια στους στίχους του πατέρα! Η μέθεξη της ποίησης με τη μουσική μίλησε στα παιδιά (32). Και, η μέθεξη γιου με πατέρα, έγινε «λιμπρέτο» και «παρτιτούρα». Στη μικρή ανθολογία το «Βλαστάρια», υπάρχουν τρία παιδικά ποιήματα μελοποιημένα: το «Η μυγδαλιά», το «Καρναβάλι», και το «Τα χελιδόνια». Οι ευαισθησίες του Κύπρου Τόκα, στην παιδική λογοτεχνία, αγκαλιαστήκαν με τη μουσική του Μάριου Τόκα! Πατέρας και γιος, παραμένουν – ο καθένας με το δικό του είδος καλλιτεχνικής έκφρασης – θεμελιωτές του σύγχρονου πολιτισμού του τόπου μας (33)!

Η στοχαστική ταυτότητα του ποιητή
«μακρός δε και όρθιος οίμος επ’ αυτήν (= την αρετή)» (34)
Η εξέλιξη του Κύπρου Τόκα, τον καταξιώνει «Ποιητή των παιδιών». Ο ίδιος, μολονότι τέλειωσε μόνο το δημοτικό ήταν υπόδειγμα αυτο-παιδαγωγίας, αρετής και ήθους! Για τα δικά του παιδιά ήταν το «ύδωρ ζων», που οδήγησε στην αυτοπραγμάτωση των οραματισμών τους, ο Μάριος προς τη μουσική κι ο Νίκος προς τη δημοσιογραφία. Η “αυτοποίηση” (αυτό + ποιείν) (35), ήταν δημιουργική διαδικασία και τρόπος ζωής στο σπίτι του ποιητή, και η αυτοπραγμάτωση σφράγιζε ένα φαινόμενο μεθεξιακής ατμόσφαιρας, όπου ο κάθε ένας, με το δικό του Δημιουργούν, άσχετα της μορφής της δημιουργίας, αποτελούσε αναγκαίο περιβάλλον του άλλου.
Από μικρός ο ποιητής πεισματικά περπάτησε δρόμο μακρύ, για γνώση• και «μ’ ένα λόγο», ανακάλυψε ότι στην αρετή του, απαντά «παρόν» η δημιουργία. Το Δημιουργούν, τού ήτανε το πολυτιμότερο απόκτημα της ζωής του! Όσο δημιουργούσε, η ποίησή του, τού αύξανε «αρετή», και με πρόπλασμα από «στίχους αρετής» ασφάλτωσε τον «δρόμο» του στοχασμού του, αυτός ήταν ο Κύπρος Τόκας, και έτσι ευλογήθηκε από τις Μούσες, για να γράψει ποίηση! Η ευλογία άρχισε από ιστορίες της δοκιμασίας της φτώχειας του, και οι στίχοι του, γεμάτοι από πλούτο αρετής, αγκάλιαζαν τα παιδιά του δημοτικού κυρίως σχολείου! Και τα παιδιά αγάπησαν το βιβλίο, απαγγέλλοντας στίχους σε «λεωφόρους αρετής»! Γι’ αυτό ονομάζω τον Κύπρο Τόκα “Ποιητή των μικρών παιδιών”!

Το «Βαθύρριζες μνήμες», μιας πρώτης γραφής το ξεκίνημα
Τα πρώτα παιδικά ναΐφ κείμενα ήταν σε μορφή μικρής, αλλά δηκτικής, για τα κοινωνικά μας πράγματα, πρόζας (36). Αυτή η πρώτη γραφή του Κύπρου Τόκα, αγγίζει κάποια πρώιμα ίχνη «αφαιρετικής φιλοσοφίας», που πηγάζει από την ισχυρή παιδική «έφεση του ειδέναι». Οι αφηγήσεις του είναι ρεαλιστικές, αφενός, δείχνουν την αρχή του νήματος της ζωής του ποιητή, κι αφετέρου, συνιστούν, με απλή «περιπετειώδη» γραφή παιδιού, κάποια χαρακτηριστικά δείγματα των εικόνων των κοινωνικών διακρίσεων της εποχής. Η διάκριση, που αισθανόταν με την αθωότητά του το παιδί, έμπαινε και έβγαινε μέσα από την ίδια τη διάκριση. Στο βιβλίο, με τίτλο: «Βαθύρριζες μνήμες» υπάρχουν επτά μικρά διηγήματα. Ο ποιητής με ένα ‘ποιητικό επίμετρο’, γραμμένο στην περίοδο της ωριμότητάς του, σφραγίζει το φαινόμενο της παιδικής αλλοτρίωσης, και της προσωπικής του «πάλης», κατά την περίοδο του μεσοπολέμου• γράφει:
«Κακούς περάσαμε καιρούς εμείς 1
Τρύπια παπούτσια. Λιγοστό ψωμί.
Χειμώνας. Κρύο το κορμί
κι ουτ’ ένα κάρβουνο να ζεσταθείς
Πάσχα! Χριστούγεννα! Η χαρά 5
του δώρου άγνωστη, για μας
και τόσο να τη λαχταράς
με την καρδούλα σου βαριά Στη βιοπάλη δώδεκα χρονών 9
Βαριά η δουλειά. Πικρή η ζωή.
Η πόρτα του σχολειού κλειστή
για τα παιδάκια των φτωχών
Κακούς περάσαμε καιρούς εμείς 13
μα δεν λυγίσαμε ποτές
του δίκιου γίναμε αγωνιστές
κι επουλωτές κάθε πληγής» (37).
Τα μικρά διηγήματα του Κύπρου Τόκα έχουν ενδιαφέρον κι ως μια Μορφή πρώιμου λογοτεχνικού πειραματισμού. Όμως πάλι, κι’ ως κείμενα (διηγήματα) αποκαλύπτουν την κοινωνική διάσταση μιας εποχής, από τα μάτια ενός παιδιού. Στο περιεχόμενο αυτών των μικρών διηγημάτων, μπορεί κανείς να βρει, αφενός, αρκετά εμφανή στοιχεία, που εκφράζουν τη συμπεριφορική κοινωνική ιστορία του τόπου μας, κι αφετέρου, τον συγκινησιακό τρόπο, που ένας μικρός γράφει εμπειρίες ζωής και αφυπνίζει συνειδήσεις! Σε αυτή τη δουλειά του Τόκα, συναντά κανείς μια πρώιμη μορφή διαλεκτικής σκέψης, που υπάρχει στη φύση των παιδιών. Με παιδική πέννα, ο Κύπρος Τόκας «καυτηρίαζε την “τάξιν” που εξιδανίκευε την αταξία της κοινωνικής ανισότητας». Οι εικόνες των διηγημάτων του ήταν όλες παρμένες από τη δική του ζωή, με διακρίσεις που τον έκαναν να νοιώθει πως αντιμετωπιζόταν ως αντικείμενο, στην ίδια κοινωνία όπου όλοι οι άλλοι συμμαθητές του ήταν υποκείμενα δικαιωμάτων. Όμως, πάλι, η κάθε ιστοριούλα του, αν και δηκτική, έκλεινε με το αγνό και πράο παιδικό χαμόγελο, συγχωρούσε γρήγορα τις συμπεριφορές της κοινωνίας, και το «διηγηματάκι» κατέληγε σε ελπιδοφόρο “happy end”, όπως ταιριάζει η φυσική φαντασία ενός μικρού παιδιού.
Στο διήγημά του, “Με το μικρό κλουβάκι”, κυκλοφορεί δωδεκάχρονος το 1936, κρατώντας «τη γιορταστική όψη (του κλουβιού, που είσπραττε δεκάρες) με πολύχρωμα χαρτιά», γυρίζοντας από σπίτι σε σπίτι, για να πει τον «Άη Βασίλη». Παιδικό το παρακάλιο στον Θεό, «αντί να βρέξει τη νύχτα να βρέξει τη μέρα», τού χρειαζόταν η νύχτα, για «να τα πει», ελπίζοντας στις εισπράξεις, που αγοράζουν παπούτσια• γράφει:
«[…] Άρχισε κιόλας ν’ αστράφτει και να βροντά. Ο δυνατός άνεμος, που φύσηξε ξαφνικά, έκαμε την πόρτα να κλείσει με βρόντο πίσω μου. Νιώθω τα μάτια μου να υγραίνουν. Προσπαθώ όμως να κρύψω τη μεγάλη τρικυμία της ψυχής από το βλέμμα της μητέρας […]» (38).
Το κράμα κυπριακού ιδιώματος στον διάλογο του διηγήματος με την ελληνική γλώσσα, που διδάκτικε στην περιγραφή του κειμένου, αποτελεί αξιοσημείωτη σήμανση της ιδιαιτερότητας της πρώτης αδόκιμης γραφής του Τόκα. Θα τη δούμε πολύ χαρακτηριστικά στο διήγημα «Η τελευταία φορά που μασκαρεύτηκα»∙ κείμενο, που εντυπωσιάζει από τη θεατρικότητα του λόγου και τον πολύ απλό διάλογο «περί καρναβαλιού», που κάνει ο φτωχός εντεκάχρονος, για να χαρεί τη «Τσικνοπέμπτη» του 1935, όπως όλα τα άλλα παιδιά της Λεμεσού (39). Μας γράφει «πώς μασκαρεύτηκε»:
«- Μάνα θέλω τζιαί εγώ να γίνω μάσκα»
«- Ναι …, έφκα έξω να δεις πόσα κοπελλούδκια εγινήκαν!»
«- Ασέν τζι’ ένα φουστάνι, μάνα…»• και, περιγράφει:
«Εγώ εξακολουθώ να την ικετεύω. Ανένδοτη εκείνη. Άρχισα να επιστρατεύω το συνηθισμένο όπλο, το κλάμα. Τα μάτια μου μετατράπηκαν σε δυο μικρούς καταρράκτες. Στη θέα τους ο πατέρας μου αποφασίζει να μου συμπαρασταθεί πιο ενεργά…». Στο σενάριο, η αμφίεση πετυχαίνει με το καλό φουστάνι της μητέρας, το παιδί «φτερουγίζει σαν πουλάκι από χαρά», η μητέρα εφιστά την προσοχή να μη σκιστεί το φουστάνι, οι γείτονες καταλαβαίνουν τη «μεταμφιεσμένη γριούλα» από το φουστάνι της μητέρας, το σκυλί απειλητικό στο σκουπόξυλο, που κρατεί το μασκαρεμένο παιδί, ξεσκίζει το φουστάνι, κι ο θυμός ξεσπά στον πατέρα, για ένα άλλο φουστάνι• και, τέλος το παιδικό μελό κλείνει, καταλήγοντας στο «τελευταίο μασκάρεμα».
Ένα άλλο το «Χαμένη ευκαιρία», μας μεταφέρει στα πρόθυρα του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου, όπου εξιστορεί, πώς έχασε την ευκαιρία να γνωρίσει τον Νίκο Νικολαΐδη τον Κύπριο (40). Με το διήγημά του, «Τα Κεσάθκια» εξιστορεί τον τρόπο, που πουλούσαν γιαούρτι, ως μοναδικό προϊόν μεροκάματου. Ενώ περιγράφει τις ανησυχίες της οικογένειας, «με το γιαούρτι απούλητο», «αυτο-μεταφέρεται», με διαλεκτική και απλή κριτική σκέψη παιδιού, που αποτραβά μακριά τις παθολογικές φοβίες και τ’ αξεδιάλυτα σκοτάδια της προκατάληψης των «πελατών», απέναντι σε μια άρρωστη, που προκάλεσε την «κακοπουλησιά του γαλάτου», γιατί έπρεπε κι’ αυτή να φάει γιαούρτι (41).

Επίμετρο
Ο Τόκας ήταν ένας αυτοδίδακτος διαδραστικός ποιητής. Η ποιητική του διαλεκτική επέτρεπε στα παιδιά να μεθέξουν στίχους, για το μεγαλείο της εσωτερικής ομορφιάς της ηλικίας τους, και να ανακαλύψουν κάτι υπέροχο από τον εαυτό τους. Η νοηματική πληρότητα της παιδικής ποίησης του Κύπρου Τόκα εστιάζεται στη φυσική ανάβλυση «προκλήσεων» ανάπτυξης των παιδικών συναισθημάτων, που τα ανακάλυπτε και τα καλλιεργούσε η αμόλυντη ανθρωπιά της παιδικής αγνότητάς τους.
Το έργο του εμπεριέχει «δομικές γέφυρες», που ενώνουν τα κοινωνικά πράγματα της εποχής του, με τον εαυτό του, και ανοίγουν δρόμο πολιτισμού στα πράγματα της κοινωνίας. Ο ποιητής άρχισε να γράφει από μικρό παιδί του δημοτικού. Η γραφή του ήταν έκφραση ψυχής, που έδινε νόημα προσδοκίας στο δεκάχρονο/δωδεκάχρονο/ δεκατριάχρονο και αργότερα ώριμο ποιητή. Έγγραφε με όρθια ψυχή παιδιού, κι’ ποίηση του, σαν «κοινωνικό φαινόμενο», καθρέφτιζε τον παλμό της κοινωνίας των παιδιών, για την κοινωνία που εδημιουργείτο στην εποχή! Έτσι το «αγνό χαμόγελο», τού παρέμεινε χαρακτηριστική σφραγίδα, μέχρι και το τελευταίο νήμα της ζωής του. Οι παιδικές εμπειρίες σφράγισαν την ψυχή του, και έκαναν την καρδιά να σκέφτεται υπερρεαλιστικά πριν από το μυαλό. Αυτή ήταν η γραφή του Κύπρου Τόκα. Στην πραγματικότητα ο δικός του, ο παιδικός διάλογος της ζωής, βρισκόταν σε κάθε μικρό διήγημα, και ο διάλογος αναπτυσσόταν μεταξύ κάθε διηγήματος με το άλλο διήγημα, και του κάθε διηγήματος με το ποίημα, που τελικά περνούσε μέσα από το όλο και επέστρεφε στην αρχική πηγή, χωρίς γλωσσικούς μηχανισμούς άμυνας.
Καθοριστικά ο μικρός Κύπρος, ενώ οδηγείτο μετά το δημοτικό στη βιοπάλη, ενατένιζε ταπεινά, έξω από το κιγκλίδωμα του σχολείου, το μεγαλείο της γνώσης και της δημιουργίας. Έμελλε η αυτοαγωγή του, να του ήταν μια «οδύσσεια ζωής». Δεν μπορούσε να φανταστεί ότι, ο ορίζοντας εκείνου του παρόντος [Παρόν-Παρελθόν, Παρόν-Μέλλον] της φτώχειας, που δεν μπορούσε να αγοράσει παιδεία, είχε τη δύναμη μιας ευχής, να βρει την Ιθάκη μέσα του, στην αυτοπραγμάτωση του ψυχικού και πνευματικού του πλούτου!
(10 Νοεμβρίου, 2015)
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Βλ. Κύπρου Τόκα, «Αδούλωτες Ψυχές», Τύποις Παπατζιάκος, Λεμεσός 1951, σελ. 2.

2. Στις 15 Αυγούστου 1926 ιδρύθηκε το Κουμουνιστικό Κόμμα Κύπρου, που είχε απήχηση σοσιαλιστικών ιδεών στη μάζα της κυπριακής αστικής τάξης, στο 4ο κομματικό του συνέδριο (1941), μετονομάστηκε σε Ανορθωτικό Κόμμα του Εργαζομένου Λαού. Τα υπόλοιπα κόμματα, εκτός από το ΑΚΕΛ, συγκροτούνταν στα τέλη της δεκαετίας του 1960/ αρχές της δεκαετίας του ΄70, αρκετά μακριά από την περίοδο των αναλύσεών μας. Βλ., επίσης, σχετικό Δημήτρης Κ. Μέλισσας, “Πολιτικά Κόμματα στην Κυπριακή Δημοκρατία – η εξέλιξη προς τη θεσμοποίηση», εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή, 1996.

3. Η σχετική χρονική αναφορά «Παρόν Παρελθόν» και «Παρόν Μέλλον», προσδιορίζει τη διαφορά του Πριν από το Μετά, με ορίζοντα του παρόντος το 1951.

4. Ψευδώνυμο του Λεμεσιανού σατυρικού ποιητή και διηγηματογράφου Πανίκου Παναγή.

5. O Carl Sandburg (Ιλινόις, 1878 – Φλατ Ροκ, Βόρεια Καρολίνα, 1967) ήταν Αμερικανός ποιητής, ιστορικός και μυθιστοριογράφος. Καταγόταν από οικογένεια φτωχών Σουηδών μεταναστών, που πήγαν στο Νέο Κόσμο για καλύτερη τύχη. Το 1898 πήρε μέρος στον Ισπανοαμερικανικό πόλεμο. Αργότερα συμπληρώνει την πενιχρή του μόρφωση στο Πανεπιστημιακό Κολλέγιο Λάμπαρντ (1898 -1902), όπου παρακολούθησε λατινικά, φιλολογία, απαγγελία, δράμα και ρητορική. Ένα χρόνο πριν τελειώσει τις σπουδές του, άρχισε να ταξιδεύει σε διάφορες πολιτείες της Αμερικής, και το 1913 ξεκίνησε συνεργασία με την εφημερίδα “Chicago Daily News”. Στην αυτοβιογραφία του, με τίτλο: “Always the Young Strangers” (1953), περιγράφει τις εμπειρίες της νιότης του.

6. Το 1878, μετά από τον ρωσο-τουρκικό πόλεμο, οι Βρετανοί κατέλαβαν την Κύπρο, ως συνέπεια μιας μυστικής συμφωνίας, με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Το 1914, μετά από την προσχώρηση των Οθωμανών στις Κεντρικές Δυνάμεις, οι Βρετανοί, κατά τη διάρκεια του Πρώτου Μεγάλου Πολέμου, ανακηρύττουν την πλήρη προσάρτηση της Κύπρου στη βρετανική αυτοκρατορία, υπό καθεστώς στρατιωτικής διοίκησης, και μια δεκαετία αργότερα, το 1925, ανακηρύττουν την Κύπρο ως αποικία του στέμματος. Η μετάβαση αυτή, χωρίς οι Κύπριοι να έχουν λόγο, επιβεβαιώθηκε δυο φορές, αρχικά, με τη Συνθήκη των Σεβρών (1920) και, σε συνέχεια, με τη Συνθήκη της Λοζάνης (1923).

7. Ο πατέρας του ποιητή Κύπρου Τόκα καταγόταν από τη Λόφου, και η μητέρα του από τον Άγιο Γεώργιο Συλίκου.

8. Στην εποχή του μεσοπολέμου, αλλά και μετά από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, για να φοιτήσει ένα παιδί στο γυμνάσιο έπρεπε να πληρώνει δίδακτρα. Οι Άγγλοι κάλυψαν την δωρεάν παιδεία μόνο στα παιδιά του δημοτικού σχολείου, το οποίο, όμως, τέθηκε κάτω από τον άμεσο έλεγχο εποπτείας και προγραμμάτων σπουδών, του τότε Αποικιοκρατικού Γραφείου Παιδείας. Επειδή, η δευτεροβάθμια εκπαίδευση ρητώς αρνήθηκε αυτή την εξάρτηση, ακολουθώντας πιστά τα ελληνικά προγράμματα σπουδών (τα ίδια με την Ελλάδα), η βρετανική διοίκηση, με τη σειρά της, αρνήθηκε την όποια οικονομική αρωγή, όπως γινόταν με τη στοιχειώδη εκπαίδευση. Ως αποτέλεσμα, η γυμνασιακή μόρφωση ήταν οικονομικώς εξαρτημένη από την τότε «Σχολική Επιτροπεία των Ελληνικών Εκπαιδευτηρίων», η οποία, για να μπορέσει να αντεπεξέλθει καθιέρωσε την είσπραξη διδάκτρων. Μιλάμε, έτσι, για παιδεία των ολίγων.

19. «Πάντες άνθρωποι του ειδέναι ορέγονται φύσει» [Όλοι οι άνθρωποι έχουν από τη φύση τους έφεση για γνώση» ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, Μεταφυσικά, 980a.

10. Η «ναΐφ γραφή» είναι μια κατηγορία τέχνης και λόγου, που χαρακτηρίζεται από μια παιδικού τύπου απλοϊκότητα. Σε ώριμη ηλικία ο Κύπρος Τόκας χρησιμοποίησε – θα έλεγα σκόπιμα – την «αφελή γραφή», ως επικοινωνιακό «εργαλείο» με τα παιδιά. Αναφερόμεθα στο βιβλίο «Βαθύρριζες μνήμες», όπου ο Τόκας άλλαξε περιορισμένα το «στυλ» της γραφής των διηγημάτων του, εκδίδοντας ένα ωραίο βιβλίο με πολλές περιγραφικές εικόνες, που επέτρεπαν στον αναγνώστη να γνωρίσει το πραγματικό Δημιουργούν, όπως γράφτηκε στην παιδική του ηλικία. Στα σχετικά διηγήματα, διατηρήθηκε ο διάλογος και κάποιες περιγραφικές εικόνες, όπως γράφτηκαν, όταν ο συγγραφέας ήταν παιδί. Έτσι, πιο σωστά αποδίδονται ως μια πραγματική παιδική γραφή, όμως πάλι ανάμικτη με «ψευδο- ναΐφ γραφή» (faux naïve), από κάποιες μιμητικές παρεμβάσεις του δημιουργού, που ένιωθε να κάνει αλλαγές.

11. Ο Joan Miró (Βαρκελώνη, 1893 – Πάλμα ντε Μαγιόρκα, 1983) ήταν Καταλανός ζωγράφος και γλύπτης.

12. Από την παιδική ανθολογία Κύπρου Τόκα, Χελιδονάκια, Λεμεσός, 1963, στο 5 Βιβλία παιδικής λογοτεχνίας., 1994, σελ. 8.

13. Από τη παιδική ανθολογία Κύπρου Τόκα, Χελιδονάκια, ο.π.π., σελ. 19

14. Το μυθιστόρημα «Γλάρος Ιωνάθαν Λίβινγκστον» (Jonathan Livingston Seagull) του Richard Bach (1970), αναφέρεται με την έφεση και τις προσπάθειες ενός μικρού γλάρου να πετάξει και να υψωθεί πάνω από το συνηθισμένο.

15. Από τη παιδική ανθολογία Κύπρου Τόκα, «Χελιδονάκια», ο.π.π., σελ. 13.

16. Χαρακτηριστικό δείγμα ανάδρασης από την ποίηση του Κύπρου Τόκα επισημαίνεται στην εκδήλωση του Συνδέσμου Γονέων του «Λανιτείου Γυμνασίου Λεμεσού» (Ξενοδοχείο Μιραμάρε, 12.4.2003), με θέμα: «Η λογοτεχνική ανάπτυξη της Λεμεσού», όπου ανάμεσα στις διάφορες λογοτεχνικές παρεμβάσεις, παρουσιάστηκε το μικρό διήγημα «Η τελευταία φορά που μασκαρεύτηκα», δραματοποιημένο από την λογοτέχνιδα Άντρη Χριστοφίδου Αντωνιάδου [βλ. «Βαθύρριζες μνήμες», σελ. 9-11].

17. Ένα χαρακτηριστικό δείγμα χαρακτήρα και συμπεριφοράς του ποιητή, περιγράφεται από τα καθαρά λόγια του Αρχιεπισκόπου Κένυας Μακάριου. Με τον Αρχιεπίσκοπο μιλήσαμε και για τον Κύπρο Τόκα, το βράδυ στις 5 Νοεμβρίου 2015. Στην αναφορά μου ότι, ο Τόκας είναι «διαδραστικός ποιητής», μού απαντά καταφατικά, επιβεβαιώνοντας τη θεώρησή μου: «Σαφώς και είναι! Τον γνώρισα μικρός, ήταν τότε ανταποκριτής της εφημερίδας «Χαραυγή», το γραφείο του βρισκόταν στην οδό Αθηνών. Ήταν ο άνθρωπος, που με ώθησε να ασχοληθώ με την ποίηση! Ήμουν μαθητής γυμνασίου, όταν τότε έγραψα το πρώτο μου ποίημα, με τίτλο: «Αφιέρωση». Κάποιος εκεί, μού πε να ρωτήσω τον Τόκα, για το ποίημά μου. Μπήκα στο γραφείο του και τον γνώρισα! Κοίταξε με ανοικτό πνεύμα τι έγραψα, μεγάλος αυτός, μικρός εγώ σε ηλικία, κι όμως ένοιωσα τον σεβασμό του, απέναντι στην προσπάθειά μου! Μού έκανε συμβουλευτικές παρεμβάσεις με μειλίχιο ύφος, και φρόντισε να δημοσιευτεί το ποίημά μου, στην εφημερίδα του, την «Χαραυγή» (Νοέμβριος 1964). Χρωστώ στη ενθάρρυνση του Τόκα, την απόφασή μου «να συνεχίσω να γράφω από τότε»! Κράτησα αντίγραφο του πρώτου ποιήματος του Ανδρέα Τηλλυρίδη (Αρχιεπισκόπου Κένυας), για το αρχείο μου. Ο ίδιος φυλάσσει στο προσωπικό του Αρχείο, το χειρόγραφο του ποιήματος «Αφιέρωση», με τις χειρόγραφες κατευθυντήριες παρεμβάσεις του Κύπρου Τόκα.

18. Ο Κύπρος Τόκας πήρε αρκετές φορές πρωτιές σε διαγωνισμούς ποίησης. Ιδιαίτερα η παιδική του ποίηση τιμήθηκε και από την πολιτεία, που του απένειμε το βραβείο για ανέκδοτο παιδικό λογοτεχνικό έργο [«Παιδικές ρίζες», 1982].

19. Μιχαίας, κεφ. 6, στ. 8, «Αυτός σοι έδειξεν, άνθρωπε, τι το καλόν∙ και τι ζητεί ο Κύριος παρά σού, ειμή να πράττης το δίκαιον, και να αγαπάς έλεος, και να περιπατής ταπεινώς μετά του Θεού σου».

20. Η Βάσα Κοιλανίου είναι γραφικό αμπελοχώρι κτισμένο μέσα σε μια μικρή κοιλάδα που περιβάλλεται από μικρά και μεγαλύτερα αμπελοφυτεμένα βουνά, με μικρο-οροπέδια κι απότομες πλαγιές και γκρεμούς. Η Βάσα βρίσκεται σε υψόμετρο 750 μέτρα και απέχει 35 περίπου χιλιόμετρα από τη Λεμεσό.

21. Το «λευκαρίτικο κέντημα» αποτελεί το χαρακτηριστικότερο είδος κεντητικής τέχνης της Κύπρου, κατασκευασμένο με μοτίβα, που δημιουργούνταν με τη δεξιοτεχνία και τη φαντασία της κάθε κεντήτριας, κυρίως από την κωμόπολη, της επαρχίας της Λάρνακας: Λεύκαρα.

22. Πρώτο Βραβείο Φιλολογικού Διαγωνισμού ΑΟΝ και «Νέου Δημοκράτη», Βλ. Κύπρου Τόκα, «Αδούλωτες Ψυχές», ο.π.π., σελ. 5.

23. Τα ποιήματα του Κύπρου Τόκα, όπως, τα «Αδέλφια», «Ελεύθερη Ελλάδα», «Ο Θάνατος του αγωνιστή», Ύμνος στην Ειρήνη», «Ο όρκος του αγωνιστή», «Ομπρός», «Το παραμύθι της μάνας», «Ξύπνα», «Στην ηρωίδα Κρήνη Παυλίδου», «Η μάνα του ανάπηρου» κ.α., όλα από τη συλλογή «Αδούλωτες ψυχές», αποτελούν μια ξεχωριστή κατηγορία της ποίησης του, που περιλαμβάνει την ιδεολογική του μαρτυρία, απέναντι στις ποικίλες μορφές καταπίεσης και αλλοτρίωσης του ανθρώπου.

24. Στα έργα της νεότητας του Μάρξ, τα λεγόμενα φιλοσοφικά, διακρίνεται ο έντονος ανθρωπισμός της ελεύθερης και υγιούς δράσης, ως μια σχέση, που αντιστρέφει την αλλοτρίωση και φέρνει σε επαφή τον άνθρωπο της ελεύθερης σκέψης και δράσης με την πραγματική ζωή της «κοινωνικής του ύπαρξης». Η ποίηση του Κύπρου Τόκα, αντιμέτωπη της αλλοτρίωσης του ανθρώπου, διαθέτει υγιείς εμβαθύνσεις του φιλοσοφικού γίγνεσθαι της εποχής. Οι στίχοι εκφράζουν εγρήγορση ανυπότακτου λόγου, που στέκει πλάι στον βιοπαλαιστή και απέναντι σε κάποια σύγχρονα κοινωνικοοικονομικά συστήματα, που αποκλείουν, ή περιορίζουν την ελεύθερη κοινωνική σκέψη, δράση και ανάπτυξη της «κοινωνικής ύπαρξης του ανθρώπου».

25. Βλ. το ποίημα «Αδέλφια», Κύπρου Τόκα, “Αδούλωτες Ψυχές”, ο. π. π. σλ. 3.

26. Αποσπάσματα από το ποίημα «Αφοσίωση», Κύπρου Τόκα, “Αδούλωτες Ψυχές”, ο. π. π. σλ. 6.

27. Αποσπάσματα από το ποίημα «Στον καλόγερο πατέρα μου», Κύπρου Τόκα, “Αδούλωτες Ψυχές”, ο. π. π. σλ. 10.

28. Αποσπάσματα από το ποίημα «Η ανθοπώλης», Κύπρου Τόκα, “Αδούλωτες Ψυχές”, ο. π. π. σλ. 12.

29. Αποσπάσματα από το ποίημα «Ο αλήτης», Κύπρου Τόκα, “Αδούλωτες Ψυχές”, ο. π. π. σλ. 4.

30. Αποσπάσματα από το ποίημα «Όταν πονάς», Κύπρου Τόκα, “Αδούλωτες Ψυχές”, ο. π. π. σλ. 13.

31. Ο Μάριος Τόκας (8 Ιουνίου 1954, Λεμεσός – 27 Απριλίου 2008, Αθήνα), γιος του Κύπριου ποιητή Κύπρου Τόκα, ήταν σύγχρονος Κύπριος μουσικοσυνθέτης. Έργα του είναι: το “Ψυχή τε και σώματι”, μελοποιημένα ποιήματα των απαγχονισμένων αγωνιστών της ΕΟΚΑ 1955-59, Ευαγόρα Παλληκαρίδη και Ανδρέα Ζάκου, το “Φωνή πατρίδας”, τα τραγούδια “Ανασήκωσε την πλάτη Πενταδάχτυλε” σε ποίηση Κώστα Μόντη και ερμηνεία Γιώργου Νταλάρα, και το “Η δική μου η πατρίδα” σε στίχους Νεσιέ Γιασίν, μεταφρασμένους από την ποιήτρια Έλλη Παιονίδου, όπως, και το “Αμμόχωστος Βασιλεύουσα”, σε ποίηση Κυριάκου Χαραλαμπίδη. Στη μουσική του διαδρομή υπήρξε η γνωριμία με τον ποιητή της ρωμιοσύνης, τον Γιάννη Ρίτσο, τού μελοποίησε δώδεκα ανέκδοτα ποιήματα, με γενικό τίτλο “Πικραμένη μου γενιά” (1981). Μελοποίησε, επίσης, ποίηση Κώστα Βάρναλη, Κώστα Καρυωτάκη, Τεύκρου Ανθία, Κώστα Μόντη, Θεοδόση Πιερίδη, Μιχάλη Πασιαρδή, Κυριάκου Χαραλαμπίδη κ.ά. Ο Μάριος Τόκας το 1996, μελετώντας μοναδικά χειρόγραφα στο Άγιο Όρος, εμπνεύστηκε το κορυφαίο συνθετικό έργο του, το “Θεογεννήτωρ Μαρία”, που πρωτοπαρουσίασε στον περίβολο του Καθεδρικού Ναού Αθηνών και σε συνέχεια εντός του Καθεδρικού Ναού του Αγίου Στεφάνου της Βιέννης (2002). Αποσπάσματα παρουσιάστηκαν, επίσης, και στην Αγία Νάπα, εκκλησία της γενέτειρας πόλης του μουσικοσυνθέτη. Το έργο του Μάριου Τόκα τιμήθηκε με το ‘μετάλλιο εξαίρετης προσφοράς στην πατρίδα’ (2001), που αποτελεί την ύψιστη τιμή της Κυπριακή πολιτείας. Αναφορικά με την εμπνευσμένη δημιουργία “Θεογεννήτωρ Μαρία”, ο γράφων ζήτησε ταπεινά από την Ιερά Σύνοδο της Κύπρου (4.5.2008), όπως μελετήσει εμπλουτισμού της εκκλησιαστικής ορθοδόξου υμνωδίας, με το εν λόγω έργο [βλ. επιστολή, Περιοδικό Θέματα, τεύχος 6, 2009, σελ.8].

32. Πολύ χαρακτηριστικό δείγμα μιας πρώτης μεθεξιακής γραφής, για παιδιά, με στίχους από τον ένα και νότες από τον άλλο, βρίσκει κανείς αρχικά στο ποίημα «τέλειωσε ο πόλεμος», ποιητική συλλογή: Κύπρου Τόκα «Βλαστάρια» – αφιέρωμα στο έτος παιδιού, Κύπρος 1979, και στην ποιητική συλλογή «Παιδικές Ρίζες» – ποιήματα για παιδιά, εκδ. Α.Ι. Μ.Ο., Λεμεσός 1983, όπου η ποίηση του Τόκα πήρε Πρώτο Βραβείο Υπουργείου Παιδείας (27 Απριλίου 1982), επί Υπουργού Πάνου Ιωάννου, «για ανέκδοτο παιδικό λογοτεχνικό έργο».
33. Με ιδιαίτερη συγκίνηση διαπίστωσα, ενώ έγγραφα αυτές τις γραμμές, ότι στο «Βλαστάρια», που φύλαγα στη δική μου βιβλιοθήκη, υπάρχουν δυο χειρόγραφες αφιερώσεις του ποιητή, κι οι δυο προς εμένα. Η μια, όπως συνηθίζεται, στην πρώτη σελίδα, η δεύτερη, όμως, είναι γραμμένη πλάι στο ποίημά του: «Οι δυο ψαράδες», στη σελίδα 23. Το ποίημα αυτό εμπλούτισε πιο δυνατά τη φιλία μας, γιατί μοιραστήκαμε το Βραβείο Ποίησης, του Β΄ Παγκύπριου Διαγωνισμού Ελληνοτουρκικής Φιλίας (Κυπριακό Ιστορικό Μουσείο και Αρχείο). Στον συγκεκριμένο διαγωνισμό, 2 Μαρτίου 1983, απονεμήθηκαν δυο πρώτα βραβεία ποίησης: στον Κύπρου Τόκα, για το ποίημα «Οι δυο ψαράδες» και στον Κρίστη Χαράκη, για το ποίημα «Κύπρια μάνα».

34. Βλ. Ιωάννου Στοβαίου, «Περί αρετής Α΄», αρ.17, ΗΣΙΟΔΟΥ (Op. 287), μετάφραση: «Μακρύς και απότομος ο δρόμος. που οδηγεί στην αρετή».

35. Βλ. R. Maturana and F. Valera, «Το δένδρο της γνώσης» (ελλην. Μετφ.), Αθήνα 1992.

36. Τα πρώτα μικρά κείμενα του Κύπρου Τόκα (ποιητικά και πεζά), γραμμένα – όπως υπολογίζω – σε ηλικία 11-13 ετών, δημοσιεύτηκαν σε παλιές εφημερίδες και περιοδικά. Με έκδοση του βιβλίου “Βαθύρριζες μνήμες”, τυπ. Aristos Philis ltd., ο ποιητής, «επανεισάγει» επτά μικρές πρόζες, που αποτελούν χαρακτηριστικά δείγματα από κείμενα της παιδικής του πρώτης γραφής.

37. Ως Επίμετρο του βιβλίου του Κύπρου Τόκα, Βαθύρριζες μνήμες – Διηγήματα, Λεμεσός –Κύπρος, 1977, σελ. 37, είναι το ποίημα: «Παιδικές αναμνήσεις», που εντοπίζεται και στη συλλογή του βιβλίου του: Παιδικές ρίζες – ποιήματα για παιδιά (Πρώτο βραβείο Υπουργείου Παιδείας, για ανέκδοτο παιδικό λογοτεχνικό έργο), τυπ. «Αυγή»», εκδ. Α.Ι.Μ.Ο., 1983, σελ. 34. Το ίδιο ποίημα, επίσης, διαβάζεται και στη συνοπτική έκδοση Κύπρος Τόκα, 5 Βιβλία Παιδικής Ποίησης, Κύπρος, 1994, σελ. 90.

38. Βλ. Κύπρος Τόκας, “Βαθύρριζες μνήμες”, Aristos Philisς printers ltd., Λεμεσός 1997, σελ. 5-8.

39. Το έθιμο του Καρναβαλιού από το ξεκίνημα του 20ου αιώνα, ίσως και πιο πριν, έχει, για πρωτεύουσά του τη Λεμεσό. Οι καρναβαλιστές είναι όλων των ηλικιών, κοινός τόπος η ξεγνοιασιά και το γλέντι• όλοι, ως ένα ενοποιημένο σύνολο, χωρίς ταξικές διαφορές φτωχού, ή πλούσιου, έχουν πεδίο δράσης: το «μασκάρεμα», με τραγούδι, χορό, ανταγωνιστικές αμφιέσεις, παρελάσεις.

40. Βλ. Κύπρος Τόκας, “Βαθύρριζες μνήμες”, ο.π.π., σελ. 29-32

41. Βλ. Κύπρος Τόκας, “Βαθύρριζες μνήμες”, ο.π.π., σελ. 33-35. Σχετικό, με τις τότε συμπεριφορές, απέναντι στη φυματίωση, ήταν κι οι παράλληλες φοβίες της δικής μας εποχής, απέναντι στο «συνδρόμο» της «επίκτητης ανοσοανεπάρκειας (AIDS)».

ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΓΚΑΛΕΡΙ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ

Κύπρος Τόκας - Βαθύριζες Μνήμες Κύπρος Τόκας - Βιβλία Παιδικής Ποίησης Κύπρος Τόκας - Βλαστάρια Κύπρος Τόκας - Γκαλερί Κύπρος Τόκας - Παιδικές ΡίζεςΚύπρος Τόκας - Περιστεράκια

 

 

 

 

 

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *