Ο ΑΡΩΜΑΤΟΠΟΙΟΣ (2014)

Άνδρη Χριστοφίδου - Αντωνιάδου
25/03/2014
0 Σχόλια
Ο ΑΡΩΜΑΤΟΠΟΙΟΣ (2014)

Ο Αρωματοποιός (2014)

Η Ζιζέλ ήταν η βοηθός του Μισέλ, μια όμορφη νεαρή γυναίκα γύρω στα είκοσι πέντε. Οδήγησε τον Κώστα σ’ έναν πάγκο πάνω στον οποίο υπήρχαν περίπου πενήντα μπουκαλάκια χωρίς καμιά ετικέτα αυτήν τη φορά. Χαμογέλασε στον Κώστα λέγοντας:
– Όταν είσαι έτοιμος μπορούμε να αρχίσουμε. Με λένε Ζιζέλ, εσένα;
– Κώστα. Χαίρομαι που σας γνωρίζω. Μπορούμε να ξεκινήσουμε αμέσως. Είμαι έτοιμος. Τι πρέπει να κάνω με όλα αυτά; ρώτησε.
– Σ΄ αυτά τα κομματάκια από χαρτί θα γράψεις τη μυρωδιά που νομίζεις ότι περιέχει το κάθε μπουκαλάκι και θα τα τοποθετήσεις κάτω από τα μπουκαλάκια, του εξήγησε. Mπορείς να χρησιμοποιήσεις όσα λεπτά θέλεις για να σκεφτείς για κάθε μυρωδιά. Μην τα μυρίζεις όμως το ένα μετά το άλλο γιατί μετά από τρία-τέσσερα μπουκαλάκια, θα έχεις πια μπερδέψει όλες τις μυρωδιές. Καλύτερα θα είναι να περιμένεις κάποια λεπτά να περάσουν ενδιάμεσα. Φρόντισε να τελειώσεις με όλα μέσα σε μια ώρα από τώρα. Θέλω να σε βοηθήσω λέγοντάς σου ότι, κάποια μπουκαλάκια περιέχουν δυο ή και τρεις διαφορετικές μυρωδιές και εκεί τα πράγματα θα είναι πιο δύσκολα. Θα σε αφήσω να δουλέψεις μόνος σου για να νιώθεις και πιο άνετα, μη νομίζεις ότι είσαι σε σχολικές εξετάσεις. Θα είμαι εκεί στον πάγκο πίσω σου να κάνω τη δική μου δουλειά. Αν χρειαστείς κάτι, φώναξέ με.
– Ευχαριστώ πολύ, Ζιζέλ, είπε με ευγένεια ο Κώστας.
Μα ο Κώστας σάστισε. Τόσες πολλές μικρές φιάλες, τόσα δοχεία, τόσα μπουκαλάκια από γυαλί, όλα γεμάτα με διάφορες μυρωδιές. Ήταν σίγουρος ότι δε θα μπορούσε να αναγνωρίσει καμιά μυρωδιά. Σκέφτηκε για λίγο και αποφάσισε ότι δεν μπορούσε να κάνει πίσω άρα δεν του έμενε παρά να προχωρήσει όσο καλύτερα ή χειρότερα μπορούσε. Απεχθανόταν τα τεστ, του προκαλούσαν άγχος. Όμως, ο Ρισάρ του είχε φερθεί τόσο καλά, που έπρεπε να τον ευχαριστήσει.
Έφερε στο μυαλό του λοιπόν τις μυρωδιές από τα παζάρια της Αλεξάνδρειας για να τον βοηθήσουν μα έσμιξαν με τις μυρωδιές της παιδικής του ηλικίας στη Λεμεσό και όταν πήρε το πρώτο δοχείο στο χέρι του αναγνώρισε αμέσως το γιασεμί που τα βράδια του καλοκαιριού στο πατρικό του σπίτι μύριζε τόσο έντονα. Χαμογέλασε γράφοντας τη λέξη «γιασεμί» στο χαρτάκι και βάζοντάς το κάτω από το μπουκαλάκι. (Κεφ.15, σελ. 208-209)

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *